τᾰχα

  • 71ατομικισμός ή ατομοκρατία — Φιλοσοφική θεωρία που θεμελιώνει την κοινωνική ύπαρξη στην ατομική συνείδηση και βούληση και αποδίδει αποκλειστική αξία στα ιδιαίτερα δικαιώματα του ατόμου. Οι ρίζες της θεωρίας αυτής εντοπίζονται στα δόγματα των σοφιστών, των κυνικών, των… …

    Dictionary of Greek

  • 72Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… …

    Dictionary of Greek

  • 73Ετέαρχος — (7ος αι. π.Χ.). Βασιλιάς της Κρητικής πόλης Aξού ή Όαξου. Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως πίστεψε στις διαβολές της δεύτερης συζύγου του εναντίον της ορφανής κόρης του Φρονίμης, ότι τάχα ζούσε έκλυτη ζωή, και την παρέδωσε στον έμπορο Θεμίστωνα από τη… …

    Dictionary of Greek

  • 74Θεσσαλονίκη — I (4ος αι. π.Χ.). Κόρη του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας και της συζύγου του Νικησίπολης, αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σύζυγός της υπήρξε ο Κάσσανδρος, από τον οποίο απέκτησε τρεις γιους: τον Φίλιππο, τον Αντίπατρο και τον Αλέξανδρο. Τη σκότωσε ο… …

    Dictionary of Greek

  • 75Θεύδις — (Theudis, ; – 548 μ.Χ.). Οστρογότθος ηγεμόνας των Βησιγότθων της Ιταλίας (531 548). Μεγάλωσε ως όμηρος στην αυλή του αυτοκράτορα Ιουστίνου, με αποτέλεσμα να εκρωμαϊστεί. Ο Θ. επιβλήθηκε στους Βισηγότθους χάρη στη βοήθεια της εξαδέλφης του,… …

    Dictionary of Greek

  • 76Φαύστα — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Καταγόταν από την Κύζικο και έζησε τον 3o αι. Μετά το θάνατο των πλούσιων γονέων της, αφοσιώθηκε στις αγαθοεργίες. Ο συγκλητικός Ευϊλάσιος της ζήτησε να αποκηρύξει τον χριστιανισμό, αλλα εκείνη του μίλησε με τόση… …

    Dictionary of Greek

  • 77ԳՈՒՑԷ — ( ) NBH 1 0582 Chronological Sequence: Early classical մ. ԳՈՒՑԷ, ԳՈՒՑԷ ԵՐԲԷՔ, ԳՈՒՑԷ ԹԷ. Առեալ ʼի բայէս՝ Գոլ. Առ նախնիս հասարակօրէն նշանակէ, Մի՛ գուցէ. մի՛ արդեօք. զի մի՛. զի մի՛ երբէք. զգուշանիլ, զի մի՛ լիցի. չըլլայ թէ ... որպէս յն. μήπως, μή… …

    հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • 78ԹԵՐԵՒՍ — ( ) NBH 1 0807 Chronological Sequence: Early classical, 6c, 10c, 12c մ.շ. ἵσως, τάχα, τυχόν forsan, forsitan, fortassis, forte (իբրու Տակաւին թերի). Գուցէ. իցէ՛ թէ. արդեօք. արդարեւ, ապաքէն: Ծն. ՟Լ՟Բ. 20: Յոբ. ՟Գ. 10: Իմ. ՟Ժ՟Գ. 6: Ղկ. ՟Ժ՟Գ. 9: ՟Ի …

    հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • 79ՄԻԹԷ — ( ) NBH 2 0275 Chronological Sequence: Unknown date, 9c, 12c, 13c, 14c մ. ՄԻ՛ԹԷ կամ ՄԻԹԷ՞.յն. եւս մի՛դի.: տե՛ս եւ ՄԻ՞ ԹԷ. Ասի եւ ըստ հյ. եւ յն. Մի՞. եթէ՞. μητι; εἱ; μη; num? an? si? Արդեօ՛ք. զիա՞րդ թուի քեզ. ա՛ճապա, ... ( կըլլա՞յ մի, կըսէ՞ մի… …

    հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • 80άλλαγμα — το, ατος 1. αλλαγή, ανταλλαγή: Πάνω στο άλλαγμα που τάχα έκαναν άρπαξαν τα πράγματα που λείπουν. 2. αντικατάσταση των λερωμένων εσώρουχων με καθαρά: Η φανέλα σου θέλει άλλαγμα …

    Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)