τᾰλαντ-ιαῖος
1κερκιδιαίον — κερκιδιαῑον, τὸ (Α) επιγρ. φράγμα ή τοίχος με σχήμα κερκίδας. [ΕΤΥΜΟΛ. < κερκίς, ίδος + κατάλ. ιαίος (πρβλ. κρηπιδ ιαίος, ταλαντ ιαίος)] …
1κερκιδιαίον — κερκιδιαῑον, τὸ (Α) επιγρ. φράγμα ή τοίχος με σχήμα κερκίδας. [ΕΤΥΜΟΛ. < κερκίς, ίδος + κατάλ. ιαίος (πρβλ. κρηπιδ ιαίος, ταλαντ ιαίος)] …