τὸ πολ

  • 61Σουριό, Πολ — (Souriau). Γάλλος φιλόσοφος (Ντουέ 1852 Νανσύ 1962). Χρημάτισε καθηγητής στα Πανεπιστήμια της Μπεζανσόν, του Εξ αν Προβάνς, της Λίλης και της Νανσί. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη φιλοσοφία της τέχνης την οποία κατόρθωσε να εξατομικεύσει διαμέσου… …

    Dictionary of Greek

  • 62Σπάακ, Πολ-Ανρί — (Spaak). Βέλγος πολιτικός (Σααρμπέκ 1899 Βρυξέλλες 1972). Ένας από τους σπουδαιότερους Ευρωπαίους πολιτικούς του μεταπολέμου ο Σ. υποστήριξε μια πολιτική κίνηση δυτικού τύπου στηριζόμενη στη συμμαχία με τις ΗΠΑ Βουλευτής σοσιαλιστής, χρημάτισε… …

    Dictionary of Greek

  • 63Τασερό, Πολ — (Tachereau, 1752 – 1832). Γάλλος επαναστάτης. Από έμπορος υφασμάτων αναδείχτηκε στις αρχές της Γαλλικής επανάστασης και διορίστηκε το 1792 πρεσβευτής της Γαλλίας στη Μαδρίτη. Μετά τον θάνατο του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΣΤ’ επέστρεψε στο Παρίσι και… …

    Dictionary of Greek

  • 64Φεβάλ, Πολ — (Féval, 1817 – 1887). Γάλλος μυθιστοριογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Έγραψε λαϊκά μυθιστορήματα, τα οποία είχαν μεγάλη απήχηση στο αναγνωστικό κοινό της εποχής του. Ορισμένα από αυτά τα διασκεύασε σε θεατρικά έργα που παίχτηκαν με επιτυχία.… …

    Dictionary of Greek

  • 65Φορ, Πολ — (Fort, 1872 – 1960). Γάλλος ποιητής. Στην ποίησή του ακολούθησε τις αισθητικές αντιλήψεις των συμβολιστών. Παράλληλα με την ποιητική του δραστηριότητα, ίδρυσε το 1890 το Θέατρο Τέχνης και το 1905 το περιοδικό Στίχος και πρόζα, στο οποίο… …

    Dictionary of Greek

  • 66Φορντ, Πολ Λάστερ — (Ford, Νέα Υόρκη 1865 – 1902). Αμερικανός συγγραφέας και βιβλιογράφος. Ίδρυσε το Ιστορικό Τυπογραφικό Κλαμπ, που δημοσίευε σπάνια έργα. Έγραψε ιστορικά μυθιστορήματα από τα οποία σπουδαιότερα είναι: Ο αξιότιμος Πίτερ Στίρλιγκ (1894) και το… …

    Dictionary of Greek

  • 67Φουκάρ, Πολ Φρανσουά — (Foucart, Παρίσι 1836 – 1926). Γάλλος αρχαιολόγος και ελληνιστής. Διπλωματούχος της Εκόλ Νορμάλ του Παρισιού, διετέλεσε καθηγητής της επιγραφικής και της ελληνικής αρχαιολογίας στο Κολέγιο της Γαλλίας, μέλος της Ακαδημίας των Επιγραφών (1878) και …

    Dictionary of Greek

  • 68Φρεντερίκ, Πολ — (Frédericq, Γάνδη 1850 – 1920). Βέλγος ιστορικός. Καθηγητής από το 1883 στο πανεπιστήμιο της Γάνδης, είναι ο συγγραφέας του Δοκίμιου πάνω στον ρόλο, πολιτικό και κοινωνικό, του Δούκα της Βουργουνδίας στις Κάτω Χώρες (1875) και άλλων αξιόλογων… …

    Dictionary of Greek

  • 69Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …

    Dictionary of Greek

  • 70Βέλγιο — Κράτος της βόρειας Ευρώπης, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.Συνορεύει Β και ΒΑ με την Ολλανδία, Α με τη Γερμανία, ΝΑ με το Λουξεμβούργο, Ν με τη Γαλλία, ενώ ΒΔ βρέχεται από τη Βόρεια θάλασσα.Το κράτος του Β. (που τα σημερινά σύνορά του σε γενικές… …

    Dictionary of Greek