τὸ μαντήϊον
1μαντήιον — μαντήϊον, τὸ (Α) ιων. τ. βλ. μαντείο …
2μαντήιον — μαντεῖον oracle neut nom/voc/acc sg (epic ionic) …
3μαντείο — Ο τόπος όπου κατά την αρχαιότητα πιστευόταν ότι επικοινωνούσε ο θεός με τον άνθρωπο και εξέφραζε τη θέλησή του με χρησμό. Ο θεός επιδοκίμαζε ή αποδοκίμαζε μια πράξη του παρελθόντος, προειδοποιούσε για ένα μελλοντικό γεγονός ή συμβούλευε για την… …