τὸν δεῖνα τὸν τοῦ δεῖνα

  • 41αντισημιτισμός — Εχθρότητα με συναισθηματικό ή πολιτικό περιεχόμενο, που εκδηλώνεται σε διάφορες χώρες εναντίον των Εβραίων. Ο όρος α. εμφανίζεται για πρώτη φορά γύρω στα 1870, σε μια στιγμή που ψευδοεπιστημονικές θεωρίες, οι οποίες βασίζονταν στον ρατσισμό,… …

    Dictionary of Greek

  • 42Ησαΐας — I (8oς αι. π.Χ.). Βιβλικό πρόσωπο. Ιουδαίος προφήτης που έζησε στην Ιερουσαλήμ, εμπνευστής της θρησκευτικής μεταρρύθμισης που εισήγαγε ο βασιλιάς Εζεκίας. Κλήθηκε στο προφητικό αξίωμα κατά τη διάρκεια οράματος εντός του Ναού και ενώ τα Σεραφείμ… …

    Dictionary of Greek

  • 43αλκαίος — I (Μυτιλήνη 640 – 570 π.Χ.).Λυρικός ποιητής. O Α. έζησε σε μια εποχή δύσκολη για τις ελληνικές πόλεις, οι οποίες αντιμετώπιζαν σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, εξαιτίας της αντίθεσης των μεγάλων αριστοκρατικών γενών, που μετάτην κατάργηση της… …

    Dictionary of Greek

  • 44Τίτος, Φλάβιος Βεσπασιανός — (Flavius Vespasianus Titus, Ρώμη 39 μ.Χ. – Άκουε Κουτίλιαι 81). Ρωμαίος αυτοκράτορας. Ακολούθησε το στρατιωτικό επάγγελμα, όπως και ο πατέρας του Βεσπασιανός, και διακρίθηκε ως στρατιωτικός διοικητής στη Γερμανία και στη Βρετανία, όπου απέκτησε… …

    Dictionary of Greek

  • 45κακός — Μυθολογικό πρόσωπο της ρωμαϊκής μυθολογίας. Σύμφωνα με την παράδοση ήταν μισός άνθρωπος και μισός σάτυρος. Γιος του Ηφαίστου και φοβερός ληστής, έβγαζε από το στόμα του φλόγες και καπνούς. Κατοικούσε σε μια σπηλιά στον λόφο του Αβεντίνου (ένας… …

    Dictionary of Greek

  • 46Ζαφειρόπουλος — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Αθανάσιος. Καταγόταν από τη Ναυπακτία. Πολέμησε στην Αλαμάνα, στη Γραβιά, στον Πέτα, στο Μακρυνόρος, στο Μεσολόγγι, στην Άμπλιανη κ.α. Το 1824 προήχθη σε ταξίαρχο. 2. Αναγνώστης ή Τσιγγέλης. Οπλαρχηγός από την… …

    Dictionary of Greek

  • 47Μπράουνσβαϊκ — (Braunschweig). Πόλη (246.800 κάτ.) της Γερμανίας, στο ομόσπονδο κρατίδιο της Κάτω Σαξονίας· είναι χτισμένη επί του Όκερ (παραπόταμου του Βέζερ) στα Ν της Διώρυγας Μίτελαντ, 55 χλμ. ΝΑ του Ανόβερου. Ιδρύθηκε πιθανότατα τον 8o αι. από τον Βρούνο… …

    Dictionary of Greek

  • 48Τρωάδες — Τραγωδία του Ευριπίδη, που αναφέρεται βασικά στα δεινά του πόλεμου. Η Εκάβη βρίσκεται στο επίκεντρο του έργου, από τα λόγια, δε, που ο ποιητής βάζει στο στόμα της και των συναιχμαλώτων της ξεχειλίζει ο θρήνος για ό,τι έχασαν και αγωνία για ό,τι… …

    Dictionary of Greek

  • 49Μελέτιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. (; – 381 μ.Χ.). Αρχιεπίσκοπος Αντιόχειας (361 81). Ήταν επίσκοπος στη Σεβάστεια της Μικράς Αρμενίας, αλλά το 360 εξελέγη επίσκοπος Αντιόχειας, αντικαθιστώντας τον αρειανό Ευδόξιο που μετατέθηκε στην …

    Dictionary of Greek

  • 50όνομα — Μέρος του λόγου που διακρίνεται κατά το γένος, τον αριθμό και –στις κλιτές γλώσσες– την πτώση. Ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης και οι Στωικοί προσπάθησαν να δώσουν έναν ορισμό του o., στην προσπάθεια τους να κατατάξουν, με βάση ορισμένα λογικά κριτήρια,… …

    Dictionary of Greek