τὰ ἀνϑρώπινα

  • 101ψιλάνθρωπος — ον, Μ αυτός που ανήκει ή αναφέρεται, απλώς, σε άνθρωπο, θεωρούμενο χωρίς καμιά άλλη ιδιότητα («οὐ ψιλάνθρωπα εἶχε τὰ ἀνθρώπινα, ἀλλὰ θεάνθρωπα», Αναστ. Σιν.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ψιλός + ἄνθρωπος] …

    Dictionary of Greek

  • 102όσιος — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Άκμασε την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ως επίσκοπος της Καρδούη ή Κορδούη της Ισπανίας. Πήρε μέρος στην A’ Οικουμενική Σύνοδο η οποία έγινε στη Νίκαια καθώς και στη Σύνοδο της Σαρδικής (347), κατά την… …

    Dictionary of Greek

  • 103Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες — Νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής θάλασσας, στην Κεντρική Αμερική.Επίσημη ονομασία: Άγιος Βικέντιος και οι Γρεναδίνες Έκταση: 389 τα. Σλμ. Πληθυσμός: 115.942 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Κινγκστάουν (16.000 κάτ. το 2001)Ο Ά.Β. και οι Γ. ανήκουν στο… …

    Dictionary of Greek

  • 104Αγίου Ανδρέα, σπήλαιο — Σπήλαιο στο βουνό Κανάλα Χαλκιοπούλων Αιτωλοακαρνανίας, σε υψόμετρο πάνω από 1.000 μ. Έχει μήκος διαδρόμων 190 μ., οροφή ύψους έως 50 μ. και επίπεδο δάπεδο. Το σπήλαιο είναι κατηφορικό και καταλήγει σε στενά περάσματα. Υπάρχει εκεί εκκλησάκι του… …

    Dictionary of Greek

  • 105Αζτέκοι — Ιθαγενής λαός του Μεξικού, που από τον 14ο έως τον 16ο αι. επέβαλε την κυριαρχία του σε μεγάλο μέρος της Κεντρικής Αμερικής. Για την προέλευση και την αρχική ιστορία της φυλής αυτής έχουν δημιουργηθεί πολυάριθμοι θρύλοι. Σύμφωνα με έναν από… …

    Dictionary of Greek

  • 106Αϊτή — Νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής θάλασσας, στην Κεντρική Αμερική.Βρέχεται στα Β από τον Ατλαντικό ωκεανό, στα Δ και Ν από την Καραϊβική θάλασσα, ενώ στα Α συνορεύει με τη Δομινικανή Δημοκρατία, με την οποία μοιράζονται το έδαφος του νησιού… …

    Dictionary of Greek

  • 107Αναγνώστου-Μπουκουβάλα, Ιωάννα — (Κάιρο 1904 – Αθήνα 1992). Μουσικός, φιλόλογος, δημοσιογράφος και συγγραφέας. Σπούδασε μουσική στο Ωδείο Αθηνών και φιλολογία στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ έκανε μεταπτυχιακές φιλολογικές και μουσικολογικές σπουδές στο… …

    Dictionary of Greek

  • 108Ανγκόρ — (Angkor). Η σημαντικότερη πόλη του βασιλείου και της τέχνης των Χμερ από τον 9o έως τον 15o αι. μ.Χ. Τα ερείπιά του βρίσκονται στην Καμπότζη, περίπου 200 χλμ. Β της λίμνης Τονλέ. Σώζονται ωραιότατοι πέτρινοι ναοί, πυραμιδόμορφοι, με πύργους που… …

    Dictionary of Greek

  • 109ανθρωποειδή ή ανθρωποειδείς πίθηκοι — Ομάδα ανώτερων πρωτευόντων θηλαστικών, που μαζί με την οικογένεια των ανθρωπιδών, η οποία σήμερα αποτελείται μόνο από το γένος άνθρωπος, συγκροτούν την υπεροικογένεια των α. Περιλαμβάνει δύο οικογένειες, των υλοβατιδών (γίβωνες ή μικροί α.… …

    Dictionary of Greek

  • 110Ανώτατο Σοβιέτ — Ήταν το σοβιετικό κοινοβούλιο, ανώτατο όργανο της κρατικής εξουσίας στην πρώην Σοβιετική Ένωση, και μοναδικό νομοθετικό σώμα. Διέθετε δύο βουλές, το Σοβιέτ της Ένωσης, τα μέλη του οποίου εκπροσωπούσαν τους εργαζόμενους ανεξάρτητα από εθνικότητα,… …

    Dictionary of Greek