τυράννους

  • 21τυραννικός — ή, ό / τυραννικός, ή, όν, ΝΜΑ [τύραννος] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε τύραννο (α. «τυραννικό πολίτευμα» β. «ἐπὶ τήν τυραννικὴν οἰκίαν», Δημοσθ.) 2. αυτός που αρμόζει ή προσιδιάζει σε τύραννο (α. «τυραννική διοίκηση» β. «τυραννικὸν… …

    Dictionary of Greek

  • 22τυραννοποιός — ὁ, ἡ, Α αυτός που δημιουργεί τυράννους («δεινοὶ μάγοι τε καὶ τυραννοποιοί», Πλάτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < τύραννος + ποιός*] …

    Dictionary of Greek

  • 23τυραννοφόνος — ον, ΜΑ αυτός που φονεύει τυράννους, τυραννοκτόνος. [ΕΤΥΜΟΛ. < τύραννος + φόνος (< φόνος < θείνω* «σκοτώνω»), πρβλ. μητρο φόνος] …

    Dictionary of Greek

  • 24αγροτικά κινήματα και εξεγέρσεις — Γενικά με τον όρο αυτό νοούνται οι μαζικοί και βίαιοι αγώνες που διεξάγει η αγροτική τάξη για να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της. Οι αγώνες αυτοί έχουν χαρακτήρα άλλοτε αιφνίδιο, αυθόρμητο και ανοργάνωτο (εξεγέρσεις) και άλλοτε καλύτερα… …

    Dictionary of Greek

  • 25Αρίστιππος — I Όνομα τριών φιλοσόφων από την Κυρήνη. 1. Φιλόσοφος (Κυρήνη 435 – 360 π.Χ.). Σύγχρονος του Πλάτωνα. Σε νεαρή ηλικία γνώρισε τη διδασκαλία του Πρωταγόρα και αργότερα στην Αθήνα συναναστράφηκε με τον Σωκράτη χωρίς να γίνει όμως μαθητής του. Ήδη σε …

    Dictionary of Greek

  • 26Αρχίνος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος ρήτορας, πολιτικός και συγγραφέας (β’ μισό 5ου αι. π.Χ.). Μαζί με τον Θρασύβουλο και τον Άνυτο, ήταν επικεφαλής εκείνων που ανέτρεψαν το 403 π.Χ. τους Τριάκοντα τυράννους. Μετριοπαθής, προσπάθησε να πετύχει… …

    Dictionary of Greek

  • 27Αυτόλυκος — Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. 1. Πρόγονος του Οδυσσέα, πατέρας της Avτίκλειας. Γιος του Ερμή ή του Δευκαλίωνα και της νύμφης Χιόνης, ενσάρκωνε την ιδέα της πανουργίας. 2. Γιος του Δειμάχου, Αργοναύτης, οικιστής της Σινώπης. 3.… …

    Dictionary of Greek

  • 28Δίων — I Μυθολογικό πρόσωπο, βασιλιάς της Λακεδαίμονας. Σύμφωνα με τη μυθολογία είχε τρεις κόρες, την Όρφη, τη Λυκώ και την Καρύα, προικισμένες με μαντικές ικανότητες. Επειδή όμως έπεσαν στη δυσμένεια του Βάκχου, μεταμορφώθηκαν οι δύο πρώτες σε βράχους… …

    Dictionary of Greek

  • 29Ελλάδα - Ιστορία (Αρχαιότητα) — ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ (600000 1100 π.Χ.) Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, θεωρείται ότι η ζωή ξεκίνησε στον ελλαδικό χώρο από το 100 000 π.Χ. (Παλαιολιθική εποχή). Όμως, η χρονική περίοδος που ιστορικά παρουσιάζει εξαιρετικό… …

    Dictionary of Greek

  • 30Ερατοσθένης — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ε. ο Κυρηναίος. Βλ. λ. Ερατοσθένης ο Κυρηναίος. 2. Ολυμπιονίκης (6ος αι. π.Χ.). Καταγόταν από τον Κρότωνα και νίκησε στο αγώνισμα του δρόμου το 576 π.Χ. 3. Αθηναίος πολιτικός (5ος αι. π.Χ.). Τριήραρχος το 411 π.Χ.,… …

    Dictionary of Greek