τροποποιώ

  • 1τροποποιώ — τροποποιώ, τροποποίησα βλ. πίν. 73 …

    Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • 2τροποποιώ — Ν επιφέρω μεταβολές, κάνω αλλαγή σε κάτι, μεταρρυθμίζω. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρόπος + ποιώ*] …

    Dictionary of Greek

  • 3τροποποιώ — τροποποίησα, τροποποιήθηκα, τροποποιημένος, μεταρρυθμίζω, μετατρέπω κάτι: Τροποποιήθηκαν τρία άρθρα του νόμου …

    Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • 4μεταγράφω — και ματαγράφω (ΑM μεταγράφω) 1. γράφω εκ νέου, τροποποιώ ή διορθώνω ό,τι έγραψα, ξαναγράφω («ἅ δ οὐ καλῶς ἔγνων τότ , αὖθις μεταγράφω καλῶς πάλιν ἐς τήνδε δέλτον», Ευρ.) 2. αντιγράφω 3. μεταφράζω, ερμηνεύω («ἠξίωσεν οὗτος καὶ τὰ ὀνόματα...… …

    Dictionary of Greek

  • 5τροποποίηση — η, Ν [τροποποιώ] η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού τροποποιώ, μερική μεταβολή, μεταρρύθμιση («τροποποίηση τού σχεδίου») …

    Dictionary of Greek

  • 6-ποιώ — ποιῶ, ΝΜΑ β συνθετικό ρημάτων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής τα οποία αρχικά σχηματίστηκαν από ονόματα σε ποιός (πρβλ. αρτοποιώ < αρτοποιός, νεωτεροποιώ < νεωτεροποιός), ενώ στη συνέχεια το β συνθετικό ποιώ λειτούργησε ως παραγωγική… …

    Dictionary of Greek

  • 7αναδιοργανώνω — διοργανώνω εκ νέου, τροποποιώ την υπάρχουσα οργάνωση προς το καλύτερο, οργανώνω σε νέες βάσεις, ανασυγκροτώ. [ΕΤΥΜΟΛ. < ανα * + διοργανώνω. ΠΑΡ. αναδιοργάνωση, αναδιοργανωτικός, αναδιοργάνωτος. Η λ. αναδιοργανώ ( όω), ούμαι,… …

    Dictionary of Greek

  • 8αναθεωρώ — ( έω) (Α ἀναθεωρῶ) εξετάζω εκ νέου, επανεξετάζω, ελέγχω με ακρίβεια νεοελλ. τροποποιώ, ανασκευάζω ριζικά τις ιδέες, τις θεωρίες ή τις αποφάσεις μου αρχ. εξετάζω, παρατηρώ προσεκτικά. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνα * + θεωρῶ. ΠΑΡ. αναθεώρηση ( ις) νεοελλ.… …

    Dictionary of Greek

  • 9ανασυντάσσω — (Α ἀνασυντάσσω) νεοελλ. συντάσσω πάλι, ανασυγκροτώ, ανασχηματίζω αρχ. τροποποιώ την πολεμική εισφορά …

    Dictionary of Greek

  • 10ατροποποίητος — η, ο 1. αυτός που δεν τροποποιήθηκε, ο αμετάβλητος 2. αυτός που δεν επιδέχεται τροποποίηση. [ΕΤΥΜΟΛ. < α στερ. + τροποποιώ. Η λ. μαρτυρείται από το 1868 στην εφημερίδα Παλιγγενεσία] …

    Dictionary of Greek