τροια
1Τροία — Τροΐᾱ , Τροία Troy fem nom/voc/acc dual Τροΐᾱ , Τροία Troy fem nom/voc sg (attic doric aeolic) Τροίᾱ , Τροία Troy fem nom/voc/acc dual Τροίᾱ , Τροία Troy fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …
2Τροίᾳ — Τροΐᾱͅ , Τροία Troy fem dat sg (attic doric aeolic) Τροίᾱͅ , Τροία Troy fem dat sg (attic doric aeolic) …
3Τροία — Αρχαία πόλη της Τρωάδας, περιοχής της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας, την οποία οι Έλληνες την ονόμαζαν και Ίλιον. Η μυθική παράδοση, που μεταβιβάστηκε κυρίως με τα ομηρικά ποιήματα και τους Έλληνες τραγικούς ποιητές, ανήγαγε την αρχή της πόλης στον… …
4τροιά — Αρχαία πόλη της Τρωάδας, περιοχής της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας, την οποία οι Έλληνες την ονόμαζαν και Ίλιον. Η μυθική παράδοση, που μεταβιβάστηκε κυρίως με τα ομηρικά ποιήματα και τους Έλληνες τραγικούς ποιητές, ανήγαγε την αρχή της πόλης στον… …
5Τροία — η αρχαία πόλη στη Μ. Ασία …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
6Τροίας — Τροΐᾱς , Τροία Troy fem acc pl Τροΐᾱς , Τροία Troy fem gen sg (attic doric aeolic) Τροίᾱς , Τροία Troy fem acc pl Τροίᾱς , Τροία Troy fem gen sg (attic doric aeolic) …
7Τροίαι — Τροΐᾱͅ , Τροία Troy fem dat sg (attic doric aeolic) Τροίᾱͅ , Τροία Troy fem dat sg (attic doric aeolic) …
8Τροίαν — Τροΐᾱν , Τροία Troy fem acc sg (attic doric aeolic) Τροίᾱν , Τροία Troy fem acc sg (attic doric aeolic) …
9Троя — (Τροία, иначе Илион) главн. город Троады (см.). Из всех поселений Троады пользовалась славою одна Т.; за то у древних греков не было имени, с которым было бы соединено столько воспоминаний, около которого группировалось бы столько знаменитых… …
10Τροῖαι — Τροία Troy fem nom/voc pl …