το περβάζι (παραθύρου)
1περβάζι — και πρεβάζι, το 1. πλαίσιο θύρας ή παραθύρου από ξύλο ή μέταλλο 2. το κάτω τμήμα τού πλαισίου ενός παραθύρου. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. pervaz] …
2θύρωμα — το (Α θύρωμα) [θυρώ] το πλαίσιο θύρας ή παραθύρου, το περβάζι, το κούφωμα νεοελλ. τα ανοίγματα που αφήνονται στην οικοδομή και χρησιμοποιούνται για εντοίχιση τών θυρών αρχ. 1. επιφάνεια μαρμάρινη ή πλαισιωμένη από τοίχο ή ξύλο την οποία… …
3τελάρο — το (λ. ιταλ.) 1. πλαίσιο για τέντωμα κεντήματος: Τελάρο κεντήματος. 2. ξύλινο πλαίσιο πόρτας, παραθύρου κτλ., κάσα, περβάζι. 3. ξύλινο τετράγωνο σκεύος για τοποθέτηση και μεταφορά φρούτων …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)