το ορυκτό

  • 71χαλκοπυρίτης — Ορυκτό. Είναι ο θειούχος χαλκός και θειούχος σίδηρος. Έχει χημικό τύπο CuFeS2 και κρυσταλλώνεται στο τετραγωνικό σύστημα. Ο χ. έχει σκληρότητα 3,5 4, ειδικό βάρος 4,1 4,3 και χρώμα ορειχαλκόχρωμο πρασινίζον με λάμψη μεταλλική. Παρουσιάζει… …

    Dictionary of Greek

  • 72χρωμίτης — Ορυκτό που ανήκει στην ομάδα των σπινελλίων· είναι οξείδιο του σιδήηρου και του χρωμίου (FeO . Cr2O3) και κρυσταλλώνεται στο κυβικό σύστημα. Σπάνια βρίσκεται σε κρυστάλλους καλά διαμορφωμένους (οκτάεδρα), εμφανίζεται όμως γενικά σε… …

    Dictionary of Greek

  • 73ανάλκιμο — Ορυκτό της οικογένειας των ζεόλιθων· κρυσταλλώνεται στο κυβικό σύστημα και σχηματίζει μικρούς κρυστάλλους, συχνά ενωμένους με αδένες. Χημικά είναι ένυδρο πυριτικό άλας νατρίου και αργιλίου και έχει τον τύπο NaAl(SiO3)H2O. Είναι ορυκτό… …

    Dictionary of Greek

  • 74απατίτης — Ορυκτό του φωσφόρου που παρουσιάζεται σχεδόν σε όλες τις κατηγορίες των πετρωμάτων, αλλά σε μικρές αναλογίες. Ο χημικός του τύπος είναι 3[(PO4)2Ca3]–Ca(Cl,F)2, δηλαδή φωσφορικό ασβέστιο με ποικίλη συμμετοχή φθορίου (F) και χλωρίου (Cl).… …

    Dictionary of Greek

  • 75αργυραδάμας ή φθορίτις — Ορυκτό του φθορίου (CaF2) που κρυσταλλώνεται στο κυβικό σύστημα, συχνότερα στην εξαεδρική, σπανιότερα στην οκταεδρική και ρομβοδωδεκαεδρική ολοεδρία. Βρίσκεται τόσο σε συμπαγείς μάζες όσο και σε ωραίους κρυστάλλους εξαεδρικής ή οκταεδρικής μορφής …

    Dictionary of Greek

  • 76βαλπουργίνης — Ορυκτό, ένυδρο αρσενικό άλας του ουρανίου και βισμουθίου του χημικού τύπου: 3UO2 · 5Bi2O3 · 2Α52Ο5 · 10Η2Ο. Σχηματίζει κρυστάλλους στο τρικλινές κρυσταλλικό σύστημα. Έχει σκληρότητα 3,5 βαθμούς της σκληρομετρικής κλίμακας και ειδικό βάρος 5,76… …

    Dictionary of Greek

  • 77γιοχανσενίτης — Ορυκτό, μέλος της ομάδας των πυροξένων (πυριτικών ορυκτών). Κρυσταλλώνεται στο μονοκλινές σύστημα συμμετρίας με χημικό τύπο CaMnSi2O6. H πυκνότητά του είναι 3,4 3,5 gr/cm3 και η σκληρότητά του 6 στη σκληρομετρική κλίμακα των ορυκτών. Ο γ. μπορεί… …

    Dictionary of Greek

  • 78διαλλαγής — Ορυκτό πυριτικό άλας ασβεστίου, μαγνησίου και σιδήρου. Ανήκει στην ομάδα των μονοκλινών πυροξένων. Εμφανίζεται σε κρυστάλλους με σχισμογενείς έδρες. Έχει λάμψη γυαλιού και χρώμα καστανοπράσινο έως καστανόμαυρο. Η σκληρότητά του κυμαίνεται μεταξύ… …

    Dictionary of Greek

  • 79δολεροφανής — Ορυκτό θειικό άλας του χαλκού με χημικό τύπο Cu2SO5. Έχει καστανό χρώμα και κρυσταλλώνεται στο μονοκλινές σύστημα. Στο νερό παίρνει χρώμα κυανό και μετά διαλύεται. Είναι συνηθισμένο ορυκτό στον Βεζούβιο της νότιας Ιταλίας …

    Dictionary of Greek

  • 80ζιγκοσίτης — Ορυκτό αποτελούμενο από θειικό ψευδάργυρο με χημικό τύπο ZnSO4. Κρυσταλλώνεται στο ρομβικό σύστημα και είναι ισόμορφο ορυκτό με τον βαρύτη. Έχει σκληρότητα 3 και ειδικό βάρος 4,3. Το χρώμα του είναι ασπροκίτρινο έως κίτρινο. Απαντάται στα… …

    Dictionary of Greek