το ορυκτό

  • 31αλίτης — Ορυκτό αλάτι (χλωριούχο νάτριο) που συναντάται σε ηφαιστειακά πετρώματα και στην Ελλάδα. * * * (I) ἀλίτης, ο (Α) παράλληλος τύπος τής λέξης ἀλείτης*, ο αμαρτωλός. (II) ο (Α ἁλίτης) [ἅλς] νεοελλ. το ορυκτό αλάτι αρχ. ως επίθ. 1. αλατισμένος,… …

    Dictionary of Greek

  • 32αλεξανδρίτης — Ορυκτό (BeΑl2Ο4), ποικιλία του χρυσοβηρύλλου που εντάσσεται στους πολύτιμους λίθους. Δείγμα αλεξανδρίτη, ορυκτό ποικιλίας χρυσοβηρύλλου. * * * ο (Ορυκτ.) ημιπολύτιμος λίθος, ποικιλία χρυσοβηρύλλου (Al2BeΟ4) ρομβικής συμμετρίας. Οι τρίδυμοι… …

    Dictionary of Greek

  • 33αχάτης — Ορυκτό το οποίο αποτελείται από διοξείδιο του πυριτίου (SiO2), παραλλαγή του χαλκηδονίου. Ονομάζεται και ταινιωτός χαλκηδόνιος, γιατί χαρακτηρίζεται από την εναλλαγή διαφανών και αδιαφανών ζωνών που συνθέτουν διάφορα σχήματα. Χρησιμοποιείται ως… …

    Dictionary of Greek

  • 34γλαύκινος — Ορυκτό, ισόμορφο του βαρύτη, που κρυσταλλώνεται στο ρομβικό σύστημα. Χημικά είναι θειικό στρόντιο (SrSO4). Οι κρύσταλλοί του έχουν στηλοειδή, πρισματική ή τραπεζοειδή μορφή. Κυκλοφορεί σε διάλυση μέσα σε ρωγμές πετρωμάτων, τις οποίες γεμίζει,… …

    Dictionary of Greek

  • 35δεμαντοειδής — Ορυκτό με χημικό τύπο Ca3Fe2(SiO4) συνοδευόμενο από χρώμιο (Cr). Ανήκει στην κατηγορία των πυριτικών ορυκτών και κρυσταλλώνεται στο κυβικό σύστημα. Είναι σπάνιο και όμορφο ορυκτό, πολύτιμο για τους συλλέκτες. Ο δ. έχει συνήθως πράσινο χρώμα, λόγω …

    Dictionary of Greek

  • 36ελίτης — Ορυκτό, αποτελούμενο από ένυδρο φωσφορικό χαλκό, με χημικό τύπο 5CuO P2O5 3H2O. Έχει σμαραγδοπράσινο χρώμα, ειδικό βάρος 3,8 4,27 και σκληρότητα 1,5 2 στη σκληρομετρική κλίμακα των ορυκτών. Απαντάται στον Ρήνο (περιοχή Eλ απ’ όπου πήρε και την… …

    Dictionary of Greek

  • 37ελοσιδηρίτης — Ορυκτό του σιδήρου. Αποτελεί παραλλαγή του λειμωνίτη και σχηματίζεται στον πυθμένα ελών κάτω από στρώματα τύρφης. * * * ο ορυκτό τού σιδήρου στον πυθμένα ελών κάτω από αποθέματα τύρφης …

    Dictionary of Greek

  • 38εμπλεκτίτης — Ορυκτό του χαλκού, συνοδευόμενο από βισμούθιο, με χημικό τύπο CuBiS2. Κρυσταλλώνεται στο ρομβικό σύστημα, έχει ειδικό βάρος 6,23 6,38 και σκληρότητα 2 στη σκληρομετρική κλίμακα των ορυκτών. Απαντάται κυρίως στη Γερμανία. * * * ο ορυκτό θειούχο… …

    Dictionary of Greek

  • 39εναργίτης — Ορυκτό αρσενικοθειούχο άλας του χαλκού με χημικό τύπο Cu3AsS4. Κρυσταλλώνεται στο ορθορομβικό σύστημα, έχει ειδικό βάρος 4,43 4,45, σκληρότητα 3, χρώμα χαλυβδόφαιο έως σιδηρομελανό και διαλύεται από το βασιλικό ύδωρ. Συνήθως περιέχει και… …

    Dictionary of Greek

  • 40ενστατίτης — Ορυκτό πυριτικό άλας του μαγνησίου, που ανήκει στην ομάδα των ορθορομβικών πυροξένων, με χημικό τύπο Mg2Si2O6. Κρυσταλλώνεται στο ορθορομβικό σύστημα συμμετρίας και εμφανίζεται σε πρισματικά ή βελονοειδή σχήματα, κυρίως όμως σε επάλληλα φύλλα ή… …

    Dictionary of Greek