το επίτιμο μέλος

  • 21Μπούτλεροφ, Αλεξάντρ Μιχαήλοβιτς — (Καζάν 1828 – 1886). Ρώσος χημικός. Διετέλεσε καθηγητής της χημείας στο Καζάν, από όπου το 1868 μετατέθηκε στην Πετρούπολη, όπου έγινε επίτιμο μέλος της Αμερικανικής Χημικής Εταιρείας. Ο Μ. ανέπτυξε πολύ ενδιαφέρουσες εργασίες επί της οργανικής… …

    Dictionary of Greek

  • 22Ντβόρζακ, Αντονίν — (Antonin Dvorak, Νεχαλόζεβες, Πράγα 1841 – Πράγα 1904). Βοημός συνθέτης. Από φτωχούς γονείς –ο πατέρας του ήταν ο χασάπης του χωριού– ο Ν. από μικρό παιδί έδειξε ενδιαφέρον για τη μουσική ακούγοντας και συχνά ακολουθώντας στα μικρά τους ταξίδια… …

    Dictionary of Greek

  • 23Παλαβέρι, Δανιήλ — (Pallaveri, 1836 – 1899). Ιταλός συγγραφέας. Σε νεαρή ηλικία επισκέφτηκε την Ελλάδα και ενθουσιάστηκε τόσο, ώστε επιδόθηκε στη συστηματική μελέτη της ελληνικής. Για να συμπληρώσει την ελληνική μόρφωσή του πήγε στη Βιέννη, από όπου όμως… …

    Dictionary of Greek

  • 24Σεφέρης, Γιώργος — (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Γεώργιου Σεφεριάδη). Έλληνας ποιητής και διπλωμάτης (Σμύρνη 1900 Αθήνα 1971). Γιος του καθηγητή Στυλιανού Σεφεριάδη, πέρασε τα παιδικά του χρόνια και την πρώτη εφηβεία στη γενέτειρα του. Όταν ξέσπασε ο A’ Παγκόσμιος… …

    Dictionary of Greek

  • 25Τσαμουρτζής, Ευάγγελος — (Πέργαμος, Μικρά Ασία 1888 – Αθήνα 1965). Έλληνας εφευρέτης, κουρδιστής και μουσικός. Τυφλός από παιδί, το 1910 πηγαίνει στην Αθήνα για μουσικές σπουδές στο Ωδείο Aθηνών. Με την υποστήριξη του τότε διευθυντή του Ωδείου Γ. Νάζου, συνεχίζει τις… …

    Dictionary of Greek

  • 26Τσάπλιν, Τσαρλς Σπένσερ — (Chaplin, Λονδίνο 1889 – Βεβέ, Ελβετία 1977). Άγγλος ηθοποιός και σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Γιος πλανόδιων ηθοποιών, πέρασε την παιδική του ηλικία σε περιπέτειες και σε φτώχεια, γεγονός που άφησε βαθιά ίχνη στον χαρακτήρα του. Εμφανίστηκε σε …

    Dictionary of Greek