τοῦ μύθου

  • 121αίμων — Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του βασιλιά των Θηβών Κρέοντα, που βασίλευσε μετά τον Οιδίποδα. Ήταν ο τελευταίος Θηβαίος που κατασπαράχθηκε από τη Σφίγγα, γιατί δεν μπόρεσε να λύσει το αίνιγμά της. Ο Σοφοκλής, στην τραγωδία του Αντιγόνη, αναφέρει ότι ο …

    Dictionary of Greek

  • 122Ελένη, Ωραία — Μυθολογικό πρόσωπο. Υπήρξε ηρωίδα πολλών θρύλων, αλλά είναι περισσότερο γνωστή επειδή, σύμφωνα με τη μυθολογία, υπήρξε αφορμή του Τρωικού πολέμου. Ήταν σύζυγος του βασιλιά της Σπάρτης, Μενέλαου, τον οποίο εγκατέλειψε και έφυγε με τον Τρώα Πάρη.… …

    Dictionary of Greek

  • 123Ουβάροφ, Σεργκέι Σεμιόνοβιτς — (Count Sergey Semyonovich Uvarov, 1786 – 1855). Ρώσος πολιτικός και συγγραφέας. Διετέλεσε αρχικά επιθεωρητής εκπαίδευσης στην περιφέρεια της Αγίας Πετρούπολης. Ήταν μέλος της λογοτεχνικής εταιρείας Αρζαμάς και, από το 1818 έως τον θάνατό του,… …

    Dictionary of Greek

  • 124Σλάιερμαχερ, Φρήντριχ Ντάνιελ Ερνστ — τρόπο αυτό ο Σ. απορρίπτει κάθε μορφή νοησιαρχίας και ιδιαίτερα του θρησκευτικού διαφωτισμού, αφού αποδείχτηκε ουσιαστική ανικανότητα της αφηρημένης νόησης να συλλάβει τις γνήσιες μορφές της πραγματικότητας. Ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο, ο Σ.… …

    Dictionary of Greek

  • 125Γη Μήτηρ — (Μητέρα Γη). Υπέρτατη γυναικεία θεότητα των αρχαίων γεωργικών πολιτισμών, η οποία εξασφάλιζε τη γονιμότητα των αγρών. Η θρησκευτική ιδέα που ενυπάρχει στη λατρεία της Γ.Μ. βασίζεται στο ότι η γεωργία αποτελεί το θεμέλιο κάθε μορφής πολιτισμού και …

    Dictionary of Greek

  • 126Δευκαλίων — Μυθολογικό πρόσωπο. Υπήρξε γενάρχης των Ελλήνων, πατέρας του Έλληνα, γιος του Προμηθέα και εγγονός του Ιαπετού, βασιλιάς της θεσσαλικής Φθίας και σύζυγος της Πύρρας, κόρης του Επιμηθέα. Η πανελλήνια υιοθέτηση του μύθου του μαρτυρά τη σύνδεσή του… …

    Dictionary of Greek

  • 127Ευρυπωντίδες — Ένας από τους δύο μεγάλους βασιλικούς οίκους της Σπάρτης, που ονομάστηκε έτσι από τον Ευρυπώντα (βλ. λ.), έκτο απόγονο του Ηρακλή. Οι Ε., όπως και οι Αγιάδες, βασίλευαν χωρίς διακοπή στη Σπάρτη έως τα τέλη του 3ου αι. π.Χ., οπότε η εξουσία πέρασε …

    Dictionary of Greek

  • 128Κρανιδιώτης, Νίκος — (Κερύνεια Κύπρου 1911 –). Κύπριος διπλωμάτης, λογοτέχνης και ιστορικός. Σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και διεθνείς σχέσεις στο πανεπιστήμιο Χάρβαρντ των ΗΠΑ. Σταδιοδρόμησε αρχικά ως καθηγητής σε σχολεία δευτεροβάθμιας… …

    Dictionary of Greek