τοὺς ποταμούς

  • 121Έλβας — (γερμ. Elbe, τσέχ. Labe). Ποταμός (1.170 χλμ.) της κεντρικής Ευρώπης που εκβάλλει στη Βόρεια θάλασσα. Ο ρους του, που κατευθύνεται κατά το μεγαλύτερο μέρος από τα νοτιοανατολικά προς βορειοδυτικά, προχωρεί πάνω από τα δύο τρίτα σε γερμανικό… …

    Dictionary of Greek

  • 122Καρς — (Kars). Πόλη (78.473 κάτ. το 2000) της Τουρκίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (9.442 τ. χλμ., 325.016 κάτ.). Βρίσκεται στην ανατολική Μικρά Ασία, ΒΑ του Ερζερούμ, σε υψόμετρο 1.750 μ., κοντά στα σύνορα με την Αρμενία. Σιδηροδρομικός σταθμός… …

    Dictionary of Greek

  • 123Κόβεντρι — (Coventry). Πόλη (302.514 κάτ. το 1994) της Μεγάλης Βρετανίας, στη μητροπολιτική κομητεία των Δυτικών Μίντλαντς, στην κεντρική Αγγλία. Βρίσκεται χτισμένη πάνω σε ένα ύψωμα, κοντά στη δεξιά όχθη του ποταμού Έιβον. Με αρχικό οικοδομικό πυρήνα ένα… …

    Dictionary of Greek

  • 124Κολομβία, Βρετανική — (British Columbia). Επαρχία (947.800 τ. χλμ., 3.907.738 κάτ. το 2001) του Καναδά, στο νοτιοδυτικό τμήμα της χώρας. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και συνορεύει με τις ΗΠΑ στα Ν (Ουάσινγκτον, Αϊντάχο και Μοντάνα) και στα ΒΔ (Αλάσκα), στα Β …

    Dictionary of Greek

  • 125Κόντι, Νικολό ντέι- — (Niccolo dei Conti, Κιόντκα 1395; – Βενετία 1469). Βενετός έμπορος. Μεταξύ των ετών 1419 44, ο Κ. ταξίδεψε στη δυτική, νότια και νοτιοανατολική Ασία, καθώς και στη βορειοανατολική Αφρική. Ενδιάμεσοι σταθμοί του ήταν η Συρία, η Ινδία, η Ινδοκίνα,… …

    Dictionary of Greek

  • 126Κορονάντο, Φρανθίσκο Βάσκεθ ντε- — (Francisco Vasquez deCoronado, 1510 – 1554). Ισπανός κατακτητής. Κυβερνήτης της Νέας Γαλικίας του Μεξικού, ηγήθηκε (1540) μεγάλης εξερευνητικής αποστολής με σκοπό την εξερεύνηση της μυθικής χώρας των Επτά πόλεων. Η αποστολή ανακάλυψε τις εκβολές… …

    Dictionary of Greek

  • 127Μογκιλιόφ — Πόλη (371.300 κάτ. το 1999) της Λευκορωσίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας. Βρίσκεται σε απόσταση 170 χλμ. από το Μινσκ και εκτείνεται στο μεγαλύτερο τμήμα της πάνω στη δεξιά όχθη του ποταμού Δνείπερου. Αποτελεί σπουδαίο σιδηροδρομικό κόμβο… …

    Dictionary of Greek

  • 128παλουδίνος — (paludinus). Γαστερόποδο μαλάκιο της οικογένειας των ποταμοφιλιδών. Zει σε γλυκά νερά και κύριο χαρακτηριστικό του είναι τα τοποθετημένα στη βάση των κεραιών μάτια του. Ζει σε όλους τους ποταμούς της Ευρώπης. Απολιθωμένα λείψανα του γένους αυτού… …

    Dictionary of Greek