τοξότου

  • 1τοξότου — τοξότης bowman masc gen sg (doric) …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 2APHETOR — Apollo sic dictus ab edendis oraculis. Cael. Rhodig. l. 3. c. 16. et Lilius Gyraldus Syntag. 7. Quidam ex antiquis, cuius nomen iam non occurrit, Ἀφήτωρ ὁ εν τοῖς Δελφοῖς θεὸς, ὁ πολλὰς δηλαδὴ φήμας ἀφιείς. Hesych. Ἀφητορεία, μαντεία. Idem.… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 3κυκώ — κυκῶ, άω, ποιητ. τ. κυκανῶ, άω (Α) 1. αναμιγνύω, ανακατεύω κάτι με κάτι άλλο (α. «τυρόν τε καὶ ἄλφιτα καὶ μέλι χλωρὸν οἴνῳ... ἐκύκα», Ομ. Οδ. β. «αἱ μὴ τί τ εἴπην γλώσσ ἐκύκα κακόν», Σαπφ. γ. «τοῡ θύμου τρίβων κυκῶμαι», Αριστοφ.) 2. αναταράσσω… …

    Dictionary of Greek