τινες δε φάλαιναν

  • 1σκήν — Α (κατά τον Ησύχ.) «ὅ τινες μὲν ψυχήν, τινὲς δὲ φάλαιναν». [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. για παρεφθαρμένο τ. τών σκῆνος ή σκήνωμα (< σκηνή)] …

    Dictionary of Greek