τεχνη
31νεοαττική τέχνη — Τεχνοτροπία που αναπτύχθηκε στη Ρώμη τον 1o αι. π.Χ. από Έλληνες γλύπτες που ασχολούνταν με την αντιγραφή κυρίως των κλασικών δημιουργών της αττικής τέχνης. Τέτοια αντίγραφα βρίσκονται σε πολλά μουσεία της Ιταλίας. Οι πιο σημαντικοί καλλιτέχνες… …
32υστερογοτθική τέχνη — Η τελική φάση της γοτθικής ζωγραφικής που καταλήγει στους βαν Άικ. Στη φάση αυτή η παρισινή και η φλαμανδική μικρογραφία έπαιξε αποφασιστικό ρόλο. Παρά τις αλλαγές που επέφεραν οι καινοτομίες του βαν Άικ και η ζωγραφική του Φουκέ, η υ.τ.… …
33κεραμική — Τέχνη παραγωγής χρηστικών και διακοσμητικών αντικειμένων από άργιλο και άλλες ουσίες. Τα αντικείμενα διαμορφώνονται από την εύπλαστη μάζα υγρού πηλού και υποβάλλονται σε αποξήρανση και ψήσιμο για να σκληρύνουν και να σταθεροποιηθούν. Η ποικιλία… …
34τέχναι — τέχνη art fem nom/voc pl τέχνᾱͅ , τέχνη art fem dat sg (doric aeolic) …
35τέχνηι — τέχνῃ , τέχνη art fem dat sg (attic epic ionic) …
36τεχνᾶν — τέχνη art fem gen pl (doric aeolic) τεχνάζω employ art fut part act masc voc sg (doric aeolic) τεχνάζω employ art fut part act neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) τεχνάζω employ art fut part act masc nom sg (doric aeolic) τεχνάζω employ art fut… …
37τεχνέων — τέχνη art fem gen pl (epic ionic) …
38τεχνῶν — τέχνη art fem gen pl τεχνάζω employ art fut part act masc voc sg τεχνάζω employ art fut part act neut nom/voc/acc sg τεχνάζω employ art fut part act masc nom sg (attic epic ionic) τεχνόω instruct in an art pres part act masc voc sg (doric aeolic) …
39τέχναιν — τέχνη art fem gen/dat dual …
40τέχναις — τέχνη art fem dat pl …