ταφείς
1ταφεῖς — θάπτω honour with funeral rites aor subj pass 2nd sg (epic) ταφεύς burier masc acc pl ταφεύς burier masc nom/voc pl (parad form) …
2ταφείς — θάπτω honour with funeral rites aor part pass masc nom/voc sg …
3οιωνός — Σημείο της θέλησης των θεών στους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους, από την οποία αυτοί εξαρτούσαν κάθε σημαντική δράση. Για να αντιληφθούν τη θεϊκή θέληση βασίζονταν κυρίως στο πέταγμα και στις φωνές των πουλιών (οιωνών), όπως για παράδειγμα ο… …