τέλη

  • 71Γεωργίου, Γεώργιος — (τέλη 18ου – αρχές 19ου αι.). Ζωγράφος από το Μουρέλι Φθιώτιδας. Εργάστηκε μόνος ή σε συνεργασία με έναν άλλο Γεώργιο στις τοιχογραφίες ναών της Θεσσαλίας, της Ευρυτανίας, των Αγράφων και της Φθιώτιδας μεταξύ των ετών 1786 και 1818. Το πιο… …

    Dictionary of Greek

  • 72Δαλμάτιος ή Δαλμάτος — (τέλη 4oυ – αρχές 5oυ αι. μ.Χ.). Όσιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Διετέλεσε ηγούμενος της μονής των Δαλμάτων στην Κωνσταντινούπολη και αγωνίστηκε στη διάρκεια της νεστοριανής έριδας υπέρ του Κύριλλου, πατριάρχη Αλεξανδρείας. Ο Δ. καταγόταν… …

    Dictionary of Greek

  • 73Δαμαρέτη — (τέλη 6ου – αρχές 5ου αι. π.Χ.). Κόρη του Θήρωνα και σύζυγος του Γέλωνα, αμφότεροι τύραννοι των Συρακουσών. Μετά τον θάνατο του Γέλωνα, η Δ. παντρεύτηκε τον αδελφό του Πολύζηλο. Η Δ. ήταν εκείνη που παρακίνησε τον Γέλωνα να επισπεύσει τη σύναψη… …

    Dictionary of Greek

  • 74Δαμασίας — (τέλη 7ου – αρχές 6ου αι. π.Χ.). Αθηναίος επώνυμος άρχοντας το 582 π.Χ. Κατακράτησε την αρχή περισσότερο από έναν χρόνο και τελικά οι Αθηναίοι τον έδιωξαν με τη βία. Το γεγονός αυτό έγινε αιτία, κατά τον Αριστοτέλη, να μεταρρυθμιστεί ο θεσμός και …

    Dictionary of Greek

  • 75Δαμασκηνός, Νικόλαος — (τέλη 1ου αι. π.Χ. – αρχές 1ου αι. μ.Χ.). Ιστορικός και φιλόσοφος. Γεννήθηκε στη Δαμασκό, στην οποία οφείλει άλλωστε και το επώνυμό του, και ήταν σύγχρονος και φίλος του Αύγουστου Καίσαρα και του βασιλιά Ηρώδη. Κατά το 5 π.Χ. στάλθηκε από τον… …

    Dictionary of Greek

  • 76Δαφνομήλης, Ευστάθιος — (τέλη 10ου – αρχές 11ου αι. μ.Χ.). Βυζαντινός στρατηγός στην περίοδο της αυτοκρατορίας του Βασιλείου του Β’ του Βουλγαροκτόνου. Συνέβαλε με τις στρατιωτικές του ικανότητες στον νικηφόρο πόλεμο εναντίον των Βουλγάρων, υπό την ηγεσία του τσάρου… …

    Dictionary of Greek

  • 77Δεινιάδης — (τέλη 6ου αι. π.Χ.). Αθηναίος αγγειοπλάστης. Το όνομά του διασώθηκε σε κύλικα που βρίσκεται στο μουσείο του Μονάχου. Στο εσωτερικό του αγγείου αυτού είναι ζωγραφισμένος ένας Σειληνός που τρέχει, ενώ στις δύο όψεις της εξωτερικής επιφάνειας… …

    Dictionary of Greek

  • 78Δεκέβαλος — (τέλη 1ου – αρχές 2ου αι. μ.Χ.). Βασιλιάς της Δακίας στα χρόνια του Δομιτιανού και του Τραϊανού. Είναι πιθανό η ονομασία Δ. να σήμαινε βασιλιάς ή αρχηγός στη δακική γλώσσα. Το 84 μ.Χ. οι Δακοί εισέβαλαν στη Μυσία, ρωμαϊκή επαρχία τότε, αλλά ο… …

    Dictionary of Greek

  • 79Δελφινάς, Καλοκυρός — (τέλη 10ου αι. – αρχές 11ου αι. μ.Χ.) Βυζαντινός πατρίκιος και στρατηγός. Πήρε μέρος στη στάση του Βάρδα Φωκά κατά του Βασιλείου B’ του Βουλγαροκτόνου (976 1025). Ηττήθηκε όμως από τα αυτοκρατορικά στρατεύματα σε μάχη κοντά στη Χρυσόπολη (988) …

    Dictionary of Greek

  • 80Δερκυλίδας — (τέλη 5ου – αρχές 4ου αι. π.Χ.). Σπαρτιάτης στρατηγός και ναύαρχος. Το όνομά του αναφέρεται για πρώτη φορά στο τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου, όταν, με εκστρατεία του στη Μικρά Ασία, βοήθησε τις πόλεις Άβυδο και Λάμψακο να αποστατήσουν από… …

    Dictionary of Greek