τέλη

  • 21Αισχυτάδης — (τέλη 4ου – αρχές 3ου αι. π.Χ.). Στρατηγός των Σαλαμινίων που διακρίθηκε στον πόλεμο μεταξύ Αθηναίων και Κασσάνδρου, αλλά καταδικάστηκε αργότερα σε θάνατο από τους Αθηναίους επειδή παρέδωσε τη Σαλαμίνα στον Κάσσανδρο. Αναφέρεται και ως… …

    Dictionary of Greek

  • 22Ακάμηρος — (τέλη 8ου – αρχές 9ου αι. μ.Χ.).Ηγεμόνας των Σλάβων της Θεσσαλίας, στην εποχή της αυτοκράτειρας Ειρήνης της Αθηναίας (797 802). Ο Α. προσπάθησε να φυγαδεύσει από την Αθήνα τους γιους του Κωνσταντίνου Ε’, που βρίσκονταν εκεί εκτοπισμένοι με… …

    Dictionary of Greek

  • 23Ακουίλιος — (τέλη 1ου αι. π.Χ.). Ρωμαίος κωμωδιογράφος. Σπουδαιότερες κωμωδίες του ήταν: Αγροίκος και Συναποθνήσκων. Ο Γέλλιος αναφέρει 9 στίχους του από την κωμωδία Βοιωτία, όπου ένας οκνηρός αλήτης παραπονιέται για την εφεύρεση του ηλιακού ρολογιού …

    Dictionary of Greek

  • 24Άκρων Ελένιος — (τέλη 2ου αι. μ.Χ.). Ρωμαίος λόγιος. Έγραψε πολύ αξιόλογα σχόλια πάνω σε έργα του Τερέντιου και ιδιαίτερα πάνω σε ποιήματα του Οράτιου, που χρησιμοποιήθηκαν αργότερα από αρκετούς άλλους Λατίνους λόγιους. Από τα γραπτά όμως δεν έχει σωθεί τίποτε.… …

    Dictionary of Greek

  • 25Αλάβιβος — (τέλη 4ου αι. μ.Χ.). Βησιγότθος ηγεμόνας. Το 376 σε συνεργασία με τον άλλο ηγεμόνα Φριδιγέρνη πέτυχε με συνθήκη να εγκαταστήσει τους συμπατριώτες του στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Ο Α. είναι κυρίως γνωστός για το συντριπτικό πλήγμα που κατάφερε στις… …

    Dictionary of Greek

  • 26Αλαεντίν Καραμανί — (τέλη 14ου αι.). Τελευταίος ηγεμόνας του κράτους της Καραμανίας (Μικρά Ασία). Αγωνίστηκε κατά των Οθωμανών σουλτάνων Μουράτ Α’ και Βαγιαζίτ Α’. Ο στρατηγός Τιμουρτάς του Βαγιαζίτ τον αιχμαλώτισε και τον θανάτωσε. Μετά τον θάνατό του το κράτος της …

    Dictionary of Greek

  • 27Αλαμπάνης, Χατζή Χαλίλ αγάς — (τέλη 18ου αι.). Βοεβόδας της Αθήνας (1772 73). Έμεινε στην ιστορία για τη μοχθηρία και τη φιλαργυρία του. Στα χρόνια του πέθανε ο Μητρομάρας. Ο Α. κατόρθωσε τότε να συλλάβει πολλούς άντρες του σώματός του καθώς και τις γυναίκες τους. Τους πέταξε …

    Dictionary of Greek

  • 28Αλεξαμενός — (τέλη 3ου – αρχές 2ου αι. π.Χ.)Στρατηγός της Αιτωλικής Συμπολιτείας, που συμμάχησε με τους Ρωμαίους εναντίον του Φιλίππου. Με εντολή των Ρωμαίων, εξόντωσε τον φίλο του Φιλίππου, Βραχύλλη, και το 192 π.Χ. κατέλαβε τη Σπάρτη, σκοτώνοντας τον… …

    Dictionary of Greek

  • 29Αλευριώτης, Θεόδωρος — (τέλη 18ου αι. – 1818)Υδραίος καραβοκύρης. Για την πατριωτική του δράση διώχθηκε από τους Τούρκους, που δήμευσαν το πλοίο του. Συνέχισε ωστόσο τη δράση του ως κυβερνήτης σε διάφορα υδραίικα πλοία …

    Dictionary of Greek

  • 30Αλή Γεντίμ — (τέλη 18ου αι. – Αρκάδι 1822).Γενίτσαρος από την Κρήτη, ονομαστός για τους φόνους και τις λεηλασίες του στην περιοχή του Ρεθύμνου. Αναφέρεται και με το όνομα Γετίμ …

    Dictionary of Greek