1σατινός — ή, όν, Α βλ. τητινός …
Dictionary of Greek
2τητινός — και δωρ. τ. σατινός, ή, όν, Α 1. φετινός 2. χθεσινός. [ΕΤΥΜΟΛ. < τῆτες / σῆτες / σᾶτες + κατάλ. ινός (πρβλ. σημερ ινός)] …
Dictionary of Greek
3σατινέων — σατίνη chariot fem gen pl (epic ionic) σατινός masc/fem gen pl (epic ionic) …
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)