συστατικό

  • 121κυτταρόπλασμα — Βλ. λ. κύτταρο. * * * και κυτόπλασμα, το βιολ. κύριο συστατικό ενός κυττάρου στο οποίο περιέχονται όλα τα κυτταρικά οργανίδια που διαφοροποιούνται από αυτό. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. κυτταρόπλασμα είναι απόδοση στην ελλ. ελληνογενούς ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ.… …

    Dictionary of Greek

  • 122κωνιφερυλικός — ή, ό φρ. (βιοχ.) «κωνιφερυλική αλκοόλη» κοινή ονομασία χημικής ένωσης που είναι συστατικό τής λιγνίνης και απαντά υπό τη μορφή γλυκοζίτη στην κωνιφερίνη και στη βενζόη τού Σιάμ …

    Dictionary of Greek

  • 123λέκιθος — Κύριο δομικό συστατικό των αβγών. Είναι γνωστό με την κοινή ονομασία κρόκος. Ο όρος λ. χρησιμοποιείται επίσης για να περιγράψει το σύνολο των στοιχείων που απαρτίζουν το ώριμο ωάριο, εκτός από τον πυρήνα και τη λεκιθική μεμβράνη. Η λ. του αβγού… …

    Dictionary of Greek

  • 124λαζουρίτης — ο (ορυκτ.) σπάνιο θειοπυριτικό και αργιλοπυριτικό ορυκτό τού νατρίου και τού ασβεστίου με βαθύ κυανό ή ιώδες κυανό χρώμα που αποτελεί συστατικό τού ημιπολύτιμου λίθου λάπις λάζουλι και που χρησιμοποιείται για την κατασκευή κοσμημάτων και ως βάση… …

    Dictionary of Greek

  • 125λακτάση — Ένζυμο που αποτελεί συστατικό των πεπτικών υγρών μερικών ζώων. Βρίσκεται στη νήστιδα του βλεννογόνου του λεπτού εντέρου και βοηθά στην υδρόλυση του γαλακτοσακχάρου (λακτόζη) σε γλυκόζη και γαλακτόζη. Στον άνθρωπο, η έλλειψη του ενζύμου προκαλεί… …

    Dictionary of Greek

  • 126λαμπροφυρικός — ή, ό [λαμπροφύρης] αυτός που έχει βασικό συστατικό του τον λαμπροφύρη …

    Dictionary of Greek

  • 127λειμονίτης — Σιδηρομετάλλευμα, το πιο διαδεδομένο πάνω στον φλοιό της Γης. Προέρχεται από την εξαλλοίωση άλλων ορυκτών που περιέχουν σίδηρο και ορίζεται χημικά ως υδροξείδιο του σιδήρου, με ποικίλη περιεκτικότητα σε νερό, FeO(ΟΗ). Ο προσδιορισμός του λ. δεν… …

    Dictionary of Greek

  • 128λευκίνη — Αλειφατικό αμινοξύ με χημικό τύπο (CH3)2CHCH2CH(NH2)COOH, το οποίο αποτελεί ανώτερο ομόλογο της γλυκόκολας. Αποτελείται από άχρωμους κρυστάλλους, έχει σημείο τήξης 293 295°C, είναι ελάχιστα διαλυτή στο κρύο νερό και έχει μοριακό βάρος 131,8.… …

    Dictionary of Greek