συμβουλή

  • 121υπόφανσις — άνσεως, ἡ, Μ [ὑποφαίνω] εισήγηση, συμβουλή …

    Dictionary of Greek

  • 122φέγγω — ΝΜΑ 1. (μτβ.) ρίχνω φως πάνω σε κάποιον ή σε κάτι, φωτίζω (α. «το βραδινό μας το λυχνάρι / που θα μάς φέγγει μέσ στο σπίτι», Παλαμ. β. «φλογὶ φέγγεται λειμών», Αριστοτ.) 2. (αμτβ.) εκπέμπω φως, λάμπω (α. «φέγγει τό πρόσωπό του από χαρά» β. «ὁ… …

    Dictionary of Greek

  • 123χείρων — Ένας από τους Κενταύρους της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας: ξεχώριζε από τους συντρόφους του, που παρουσιάζονταν άγριοι και σκληροί, με την εξαιρετική σοφία του. Κατά την αρχαία παράδοση, πολλοί ήρωες της αρχαιότητας, μεταξύ των οποίων και ο… …

    Dictionary of Greek

  • 124Αιθιοπικά — Ερωτικό μυθιστόρημα σε 10 βιβλία, που γράφτηκε από τον Ηλιόδωρο τον Εμεσηνό, τον 3ο ή 4ο αι. μ.Χ. Το μυθιστόρημα, που τιτλοφορείται και Σύνταγμα των περί Θεαγένην και Χαρίκλειαν Αιθιοπικών, αφηγείται τον έρωτα και τις περιπέτειες του Θεαγένη,… …

    Dictionary of Greek

  • 125Ακταίων — I Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Αρισταίου και της Αυτονόης, κόρης του βασιλιά των Θηβών Κάδμου. Ήταν άριστος και ατρόμητος κυνηγός και διδάχτηκε την τέχνη του κυνηγιού από τον κένταυρο Χείρωνα. Η πιο διαδεδομένη παράδοση σχετικά με τον Α. ήταν ότι …

    Dictionary of Greek

  • 126Αλκυονεύς — Μυθολογικό πρόσωπο. Ένας από τους Γίγαντες, γιος του Ουρανού και της Γης και πατέρας των Αλκυονίδων. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Ηρακλής επιστρέφοντας από την Τροία και ύστερα από πρόσκληση της Αθηνάς πήγε στη Φλέγρα, όπου διεξαγόταν η σύγκρουση των… …

    Dictionary of Greek

  • 127Αλφεσίβεια — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κόρη του βασιλιά της Φηγίας της Ακαρνανίας, σύζυγος του Αλκμαίωνα. Αναφέρεται και ως Αρσινόη. Στη Φηγία κατέφυγε o Αλκμαίων μετά τον φόνο της μητέρας του. Εκεί παντρεύτηκε την Α. και της δώρισε, ανάμεσα σε άλλα, και …

    Dictionary of Greek

  • 128Ανανίας — I Όνομα διαφόρων ιερωμένων και θεολόγων. 1. Αρχιεπίσκοπος Σιναίου (1661 70). Κατέφυγε στον πάπα της Ρώμης, όταν δεν κατάφερε να ανεξαρτητοποιηθεί από τον πατριάρχη Ιεροσολύμων στον οποίο υπαγόταν. Καθαιρέθηκε για τον λόγο αυτό το 1670. 2. Α. Α’.… …

    Dictionary of Greek