στέμμα

  • 61Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… …

    Dictionary of Greek

  • 62Μπαχάμες — Νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής θάλασσας, στον Ατλαντικό ωκεανό. Αποτελείται από περίπου 700 νησιά και νησίδες, που βρίσκονται ΝΑ της πολιτείας Φλόριντα των ΗΠΑ και Α της Κούβας.Διασκορπισμένες σε μια θαλάσσια έκταση μεγαλύτερη από 1.000 τ. χλμ …

    Dictionary of Greek

  • 63Ναπολέων Α’, ο Μέγας — (Napoleon I Bonaparte, Αιάκιο, Κορσική 1769 – Αγία Ελένη 1821). Αυτοκράτορας των Γάλλων, δευτερότοκος γιος του Καρόλου Βοναπάρτη και της Λετίτσια Ραμορίνο. Αφού φοίτησε στις στρατιωτικές σχολές του Μπριέν, του Παρισιού και της Βαλάνς (όπου… …

    Dictionary of Greek

  • 64Νορβηγία — Κράτος της βόρειας Ευρώπης, στη Σκανδιναβία. Συνορεύει Α με τη Σουηδία, ΒΑ με τη Φινλανδία και τη Ρωσία, Β βρέχεται από τη θάλασσα Μπάρεντς και Δ από τον Ατλαντικό ωκεανό.H Ν. (της οποίας η ονομασία, Nόργκε ή Nοργκ σημαίνει δρόμος του βορρά),… …

    Dictionary of Greek

  • 65Νορμανδικά νησιά — (αγγλ. Channel Islands ή Norman Isles, γαλλ. Iles Normandes). Βρετανικό αρχιπέλαγος (195 τ. χλμ., 125.000 κάτ.) στο Στενό της Μάγχης, μεταξύ των γαλλικών χερσονήσων Κοταντέν στα Α και Βρετάνης στα ΝΔ. Περιλαμβάνει τα νησιά Τζέρσι, Γκέρνσι,… …

    Dictionary of Greek

  • 66Ορλεάνη — (Orleans). Πόλη (102710 κάτ.) της βορειοκεντρικής Γαλλίας, πρωτεύουσα του νομού Λουαρέ (6775 τ. χλμ.), Είναι χτισμένη κοντά στον ποταμό Λίγηρα (Λουάρ), στη συμβολή της διώρυγας της Ορλεάνης. Ήταν πιθανότατα το Cenabum ή Genabum (Γήναβον) των… …

    Dictionary of Greek

  • 67Πλανταγενέτες — Αγγλική δυναστεία που βασίλευσε από το 1154 έως το 1399. Το όνομά της προέρχεται από το στέμμα του Γοδεφρείδου του Ωραίου, κόμη της Ανδεγαυίας, που είχε ως έμβλημα το φυτό σπάρτο (plante de gênet). Η δυναστεία άρχισε με τον Ερρίκο B΄, γιο του… …

    Dictionary of Greek

  • 68Πολωνία — Κράτος της Κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Δ με τη Γερμανία και την Τσεχία, στα ΒΑ με τη Ρωσία και τη Λιθουανία, στα Α με τη Λευκορωσία και την Ουκρανία στα Ν με τη Σλοβακία, ενώ βρέχεται στα Β από τη Βαλτική θάλασσα.H Πολωνία καταλαμβάνει, στη… …

    Dictionary of Greek

  • 69Πρωσία — (Preussen). Ιστορική περιοχή της Γερμανίας που μέχρι το 1945 αποτελούσε την περισσότερο εκτεταμένη περιοχή της χώρας με 13 επαρχίες, περιλαμβανομένης και της πρωτεύουσας Βερολίνου. Μετά το B’ Παγκόσμιο πόλεμο η Π. εξαφανίστηκε από τις εσωτερικές… …

    Dictionary of Greek

  • 70Ρομανόφ — Οικογένεια βογιάρων που καταγόταν από τον Ρομάν Γιούρεβιτς, συγγένεψε με τη δυναστεία των Ρούρικ και ανέβηκε στον θρόνο της Ρωσίας (1613) με τον Μιχαήλ, όταν εκείνη έσβησε, ύστερα από μια περίοδο αναταραχών με τον Μπόρις Γκοντουνόφ και τους ψευδο …

    Dictionary of Greek