στρατηγὸς ὕπατος

  • 31Βεσπασιανός, Τίτος Φλάβιος — (Titus Flavius Vespasianus, Ριέτι 9 μ.Χ. – Κουτίλια 79 μ.Χ.). Ρωμαίος αυτοκράτορας (69 79 μ.Χ.). Προερχόμενος από ταπεινή οικογένεια Σαβίνων, κατόρθωσε, χάρη στις εξαιρετικές του ικανότητες, να περάσει από όλες τις βαθμίδες της κρατικής ιεραρχίας …

    Dictionary of Greek

  • 32Γάλβας — Όνομα ιστορικών προσώπων της ρωμαϊκής εποχής. 1. Γ. Μάξιμος, Πόπλιος Σουλπίκιος (τέλη 3ου – αρχές 2ου αι. π.Χ.).Ύπατος της Ρώμης (211 π.Χ.), εργάστηκε για την άμυνα της Ρώμης εναντίον του Καρχηδόνιου στρατηγού Αννίβα. Αργότερα τέθηκε επικεφαλής… …

    Dictionary of Greek

  • 33Γρηγόριος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Επίσκοπος Νεοκαισαρείας (Νεοκαισάρεια 213; – 270). Η γνωριμία του με τον χριστιανισμό άρχισε μετά τον θάνατο του πλούσιου και ειδωλολάτρη πατέρα του, ο οποίος του έδωσε επιμελημένη αγωγή. Σε ηλικία… …

    Dictionary of Greek

  • 34Δαλματικός, Λούκιος Καικίλιος Μέτελος — (2ος αι. π.Χ.). Ρωμαίος στρατηγός από την οικογένεια των Καικιλίων. Το 119 π.Χ. έγινε ύπατος και κήρυξε τον πόλεμο κατά των Δαλματών, τους οποίους νίκησε χωρίς αντίσταση. Γι’ αυτό έλαβε τότε το επώνυμο Δ. Το 115 ονομάστηκε κήνσορας και με αυτή… …

    Dictionary of Greek

  • 35Δουίλιος, Γάιος — (Gaius Duilius, 3ος αι. π.Χ.). Ρωμαίος στρατηγός και πολιτικός. Έγινε ύπατος το 260 π.Χ., την εποχή του πρώτου Καρχηδονικού πολέμου. Πολέμησε στη Σικελία και ελευθέρωσε την Έγεστα από την πολιορκία του Καρχηδόνιου Αμίλκα, ως αρχηγός στόλου… …

    Dictionary of Greek

  • 36Ιούλιοι ή Ιούλιο γένος — Αρχαία ρωμαϊκή οικογένεια πατρικίων, που παρουσιάζεται στην ιστορία της Ρώμης από τα πρώτα χρόνια της δημοκρατίας. O πρώτος γνωστός Ιούλιος της οικογένειας αυτής ήταν ο Γάιος Ιούλιος Ίουλος, ύπατος το 489 π.Χ., o οποίος αναφέρεται στους… …

    Dictionary of Greek

  • 37Κάμιλλος, Μάρκος Φούριος — (Marcus Furius Camillus, ; – 365 π.Χ.). Ρωμαίος στρατηγός και πολιτικός. Διετέλεσε τρεις φορές αναπληρωτής ύπατος (interrex), έξι φορές χιλίαρχος με εξουσίες υπάτου και τρεις φορές δικτάτορας. Κατά τη διάρκεια της πλούσιας δημόσιας δράσης του… …

    Dictionary of Greek

  • 38Κούριος Δεντάτος Μάνιος — (; – 270 π.Χ.). Ρωμαίος πληβείος στρατηγός. Έγινε πρότυπο της αρχαίας ρωμαϊκής αρετής και λιτότητας. Ως ύπατος το 290, το 274 και το 273, νίκησε τους Σαμνίτες και τερμάτισε τον Σαμνιτικό πόλεμο. Νίκησε επίσης τον Πύρρο στο Μπενεβέντουμ και για… …

    Dictionary of Greek

  • 39Κράσσος — (Crassus). Επώνυμο οικογένειας πληβείων της ρωμαϊκής εποχής. 1. Λούκιος Λικίνιος (Lucius Licinius, 140 – 91 π.Χ.). Νομομαθής πολιτικός. Διετέλεσε διαδοχικά τριττύαρχος (107 π.Χ.), ύπατος (95 π.Χ.) και τιμητής (92 π.Χ.). Λόγω της ευγλωττίας του… …

    Dictionary of Greek

  • 40Κυνός Κεφαλαί — Ονομασία, κατά την αρχαιότητα, δύο απόκρημνων βράχων μεταξύ Φαρσάλων και Λάρισας, στα Β της αρχαίας πόλης Σκοτούσσης, οι οποίοι σήμερα ονομάζονται Μαυροβούνι και έλαβαν αυτή την ονομασία εξαιτίας του σχήματός τους. Σε αυτή τη θέση, ο Θηβαίος… …

    Dictionary of Greek