σπουδαίος
1σπουδαῖος — in haste masc nom sg …
2σπουδαίος — α, ο / σπουδαῑος, αία, ον, ΝΜΑ 1. (για πρόσ. και για πράγμ.) άξιος μεγάλης προσοχής, σημαντικός, εξαίρετος (α. «σπουδαίος άνθρωπος» β. «σπουδαίο έργο» γ. «οὐδὲ ἐν ἴσαις τιμαῑς διαγορευόμενοι φαῡλοι καὶ σπουδαῑοι», Πλάτ. δ. «δώρον οὐ σπουδαῑον εἰς …
3σπουδαίος — α, ο επίρρ. α 1. σημαντικός: Υπήρξε σπουδαίος ρήτορας. – Έχω σπουδαία νέα να σου πω. – Δεν πρόκειται για καμιά σπουδαία αποκάλυψη. 2. (ειρων.), αστείος, ευκαταφρόνητος: Σπουδαίο άνθρωπο βρήκες να τον κάνεις συνέταιρό σου. 3. «σπουδαίο υποκείμενο» …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
4σπουδαῖον — σπουδαῖος in haste masc acc sg σπουδαῖος in haste neut nom/voc/acc sg …
5σπουδαῖα — σπουδαῖος in haste neut nom/voc/acc pl …
6σπουδαῖαι — σπουδαῖος in haste fem nom/voc pl …
7σπουδαῖοι — σπουδαῖος in haste masc nom/voc pl …
8σπουδαιότατ' — σπουδαῑότατα , σπουδαῖος in haste adverbial superl σπουδαῑότατα , σπουδαῖος in haste neut nom/voc/acc superl pl σπουδαῑότατε , σπουδαῖος in haste masc voc superl sg σπουδαῑόταται , σπουδαῖος in haste fem nom/voc superl pl …
9Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …
10Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… …