1Σπάρτηνδε — from Sparta indeclform (adverb) …
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
2Σπάρτηνδε — Α επίρρ. προς την Σπάρτη. [ΕΤΥΜΟΛ. < Σπάρτην, αιτ. τής λ. Σπάρτη + επιρρμ. κατάλ. δε (πρβλ. Κρήτην δε)] …
Dictionary of Greek