σμῆγμα
1σμῆγμα — neut nom/voc/acc sg …
2σμήγμα — Η λέξη προέρχεται από το ρήμα σμήχω = σφουγγίζω, και σημαίνει το λιπαρό έκκριμα του δέρματος. Σμηγματογόνοι εξάλλου αδένες λέγονται μικροί και κυψελοειδείς αδένες που βρίσκονται διάσπαρτοι στο δέρμα του ανθρώπου και άλλων θηλαστικών. Οι… …
3σμήγμα — το έκκριμα αδένων του δέρματος …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
4σμηγματογόνος — α, ο, θηλ. και ος, Ν 1. αυτός που εκκρίνει σμήγμα («σμηγματογόνοι αδένες» [ανατ.] ολοκρινείς αδένες τού χορίου τού δέρματος, που απαντούν σε όλη την επιφάνειά του, εκτός τής παλάμης και τού πέλματος, και που εκκρίνουν στους θυλάκους τών τριχών το …
5PACTOLUS — hodie Sarabat, ex tabulis recentiorib. Lydiae fluv. ex monte Tmolo nascens, et per Sardianum agrum in Hermum influens, qui et Chrysorrhoas, ab eo quod aureas secum trahat arenulas, ex quo Midas in eo se lavisset. Plut in Pactolo: Πακτωλὸς ποταμός …
6δέρμα — I (Ανατ.).Προστατευτικό όργανο (πάχους 0,5 4 χιλιοστών), που καλύπτει ολόκληρη την επιφάνεια του σώματος και μεταπίπτει, κατά τις φυσικές οπές του, στους βλεννογόνους. Αποτελείται από ένα λεπτό επιφανειακό στρώμα επιθηλιακού ιστού, την επιδερμίδα …
7σμηγματικός — ή, ό, Ν [σμήγμα, ατος] σχετικός με το σμήγμα …
8Eichelkäse — Rückstände von Smegma an der Glans penis (Eichel) Smegma (gr. σμήγμα smégma „Seife“) stellt eine weiße bis hellgelbe Substanz dar, die aus Drüsensekret der Talgdrüsen der Haut, abgestorbenen Hautzellen sowie Urin und Spermarückständen besteht.… …
9Smegma — Rückstände von Smegma an der Glans penis (Eichel) Smegma (gr. σμήγμα smégma „Seife“) ist eine weiße bis hellgelbe Substanz.[1] Das Smegma praeputii des Mannes, auch Vorhauttalg genannt, besteht au …
10Cristal Liquide — Pour les articles homonymes, voir Cristal (homonymie) . Transition smectique nématique Un cristal liquide est un état de la matière qui combine des p …