σκίρα
1Σκίρα — festival of Athena celebrated by Athenian women on the neut nom/voc/acc pl Σκίρον neut nom/voc/acc pl …
2σκιρά — σκιρός hard neut nom/voc/acc pl σκιρά̱ , σκιρός hard fem nom/voc/acc dual σκιρά̱ , σκιρός hard fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …
3Σκίρα — τὰ, Α βλ. σκίρον …
4Σκιρά — Σκιράς fem voc sg …
5σκίρα — σκίρον the large white sunshade neut nom/voc/acc pl …
6σκιράς — σκιρά̱ς , σκιρός hard fem acc pl …
7Σκίροις — Σκίρα festival of Athena celebrated by Athenian women on the neut dat pl Σκίρον neut dat pl Σκίρος masc dat pl Σκί̱ροις , Σκῖρος masc dat pl …
8Σκίρων — Σκίρα festival of Athena celebrated by Athenian women on the neut gen pl Σκίρον neut gen pl Σκίρος masc gen pl Σκί̱ρων , Σκίρων which blew from the Scironian rocks masc nom/voc sg Σκί̱ρων , Σκῖρος masc gen pl …
9Σκιροφόρια — Αρχαία αθηναϊκή γιορτή προς τιμήν της θεάς Αθηνάς. Την τελούσαν στις 12 του μηνός Σκιροφοριώνα (Ιούνιος Ιούλιος). Στο διάστημα της γιορτής μεταφερόταν σε πομπή από την Ακρόπολη στην Ιερά Οδό το μεγάλο λευκό σκιάδιο (σκίρον), και κάτω από το… …
10σκίρος — ο / σκῑρος, ΝΑ, και σκίρρος Ν, και σκῡρος, και σκεῑρος, και σκῑρα ή σκίρα, τὰ, Α νεοελλ. (συν. στον τ. σκίρρος) μορφή καρκινώματος που χαρακτηρίζεται από μεγάλη σκληρότητα, η οποία οφείλεται σε αφθονία ινώδους ιστού στη θεμέλια ουσία του μσν. αρχ …
- 1
- 2