σε σφαιρικό

  • 111αστεροειδείς ή μικροί πλανήτες — Ουράνια σώματα που ανήκουν στο ηλιακό πλανητικό μας σύστημα. Παρουσιάζουν τα ίδια χαρακτηριστικά με τους πλανήτες, αλλά επειδή οι διαστάσεις τους είναι πολύ μικρότερες και προπάντων επειδή η λαμπρότητά τους είναι αμυδρή, η παρατήρηση και η μελέτη …

    Dictionary of Greek

  • 112αστρικά σμήνη — Αστέρες, που τα μεταξύ τους χαρακτηριστικά είναι όμοια, όπως όμοιος είναι ο τρόπος της κίνησής τους. Τα α.σ. είναι αθροίσματα αστέρων, οι οποίοι αποτελούν ένα ιδιαίτερο σύνολο εξαιτίας της ομοιόμορφης κίνησης και της ομοιότητας των φασματικών… …

    Dictionary of Greek

  • 113Αφροδίτες, παλαιολιθικές — Αγαλματίδια γυναικών της αρχαιότερης γνωστής γλυπτικής, σκαλισμένα σε πέτρα, ελεφαντοστό ή κόκαλο. Κοινό γνώρισμα των γλυπτών της σειράς αυτής είναι το μικρό τους μέγεθος (4 22 εκ.) και τα τονισμένα δευτερεύοντα χαρακτηριστικά του φύλου… …

    Dictionary of Greek

  • 114Βαϊτσζέκερ, Καρλ Φρίντριχ φον- — (Carl Friederich von Weizsäcker, Κίελο 1912 –). Γερμανός φυσικός και αστρονόμος. Καθηγητής στο ινστιτούτο Πλανκ και στο πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν, είναι από τους διασημότερους μελετητές του ατόμου και το όνομά του έχει συνδεθεί με τις θεωρίες… …

    Dictionary of Greek

  • 115βελλεροφών — Γένος γαστεροπόδων προσωβραγχίων μαλακίων που έχουν εκλείψει. Το όστρακό τους, σφαιρικό, συμμετρικό, με αδρές περιελίξεις, φέρει στο μέσο μια μεγάλη σχισμή και εξωτερικά χείλη με βαθιά εγκοπή. Στο γένος αυτό, που εμφανίστηκε στη σιλούριο και… …

    Dictionary of Greek

  • 116βόλεϊ μπολ ή πετοσφαίριση — (volleyball). Αθλητικό αγώνισμα που παίζεται από δύο ομάδες, οι οποίες για να κερδίσουν πόντο πρέπει να πετάξουν την μπάλα από την άλλη πλευρά του φιλέ, έτσι ώστε αυτή να πέσει στο αντίπαλο γήπεδο αγγίζοντας το έδαφος ή αναγκάζοντας τους παίκτες… …

    Dictionary of Greek

  • 117βρυόφυτα — Φυτά γνωστά ως βρύα ή μούσκλια, που συγκροτούν μια υποδιαίρεση του φυτικού βασιλείου και περιλαμβάνουν τα φυλλόβρυα, τα ηπατικά και τα ανθοκεροτά. Είναι φυτά κρυπτόγαμα, πράσινα, με χαρακτηριστικό γνώρισμα την απουσία τυπικών λουλουδιών, καρπών… …

    Dictionary of Greek

  • 118γλοβουλίνες — Μεγαλομοριακές πρωτεΐνες, που υπάρχουν στους ζωικούς και φυτικούς ιστούς. Η ονομασία τους οφείλεται στο σφαιρικό σχήμα τους, που μπορεί όμως να είναι και ανώμαλο. Είναι διαλυτές στο νερό ή σε αραιά διαλύματα αλάτων. Οι γ. έχουν την ιδιότητα να… …

    Dictionary of Greek

  • 119έντομα — Ζώα ασπόνδυλα που αποτελούν ομοταξία των αρθροπόδων. Περίπου από το ένα εκατομμύριο ζωικών ειδών, που είναι σήμερα γνωστά και έχουν ταξινομηθεί, γύρω στα 750.000 είναι έ., από τα οποία τα 300.000 είναι κολεόπτερα και τα 150.000 λεπιδόπτερα. Το… …

    Dictionary of Greek

  • 120εχίνωμα — Πρωτόζωα, που συγκαταλέγονται στα ακτινόζωα. Είναι μικροσκοπικά ζώα, με σφαιρικό σώμα, από το οποίο φυτρώνουν πλήθος αποφύσεις σε ακτινωτή μορφή, διαφορετικού μήκους. Ζουν στον Ατλαντικό και στον Ειρηνικό ωκεανό …

    Dictionary of Greek