σε λίγο καιρό
71Τζιούστι, Ιωσήφ — (Giusti, 1809 – 1850). Διάσημος Ιταλός σατιρικός ποιητής. Γόνος παλαιάς και πλούσιας οικογένειας, σπούδασε νομικά στην Πίζα και το 1834 άρχισε να ασκεί τη δικηγορία. Αλλά μετά από λίγο καιρό, εξαιτίας της φιλάσθενης ιδιοσυγκρασίας του και του… …
72Τόκκοι — Όνομα φλωρεντινής οικογένειας ευγενών, της οποίας πολλά μέλη εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα και πρωτοστάτησαν στην ιστορία των περιοχών τις οποίες διοικούσαν. Κυριότερα μέλη είναι: 1. Γουλιέλμος B’. Διοικητής της Κέρκυρας (1328 35). Παντρεύτηκε τη… …
73Φιλέλφο, Φροντσέσκο — (Filefo, Τολεντίνο 1398 – Φλωρεντία 1481). Ιταλός ουμανιστής. Υπήρξε αντιπροσωπευτική μορφή των ηθών του καιρού του και επισκεπτόταν πολλές αυλές αγοράζοντας προνόμια με την πώληση των βιβλίων του. Έμεινε στην Κωνσταντινούπολη από το 1420 έως το… …
74Φίτζι — Επίσημη Ονομασία: Δημοκρατία των νησιών Φίτζι Συντομευμένη Ονομασία: Φίτζι Εκταση: 18.270 τ.χλμ. Πληθυσμός: 856.346 (2002) Πρωτεύουσα: Σούβα Συγκρότημα νησιών της Ωκεανίας στο Ν ΕιρηνικόΣτα σύνορα μεταξύ Mελανησίας και Πολυνησίας, το αρχιπέλαγος… …
75Χάμπντεν, Τζον — (Hampden, 1595 – 1643). Άγγλος πολιτικός, εξάδελφος του Όλιβερ Κρόμγουελ. Το 1621 έγινε μέλος σε κοινοβούλιο, όπου κατά διαστήματα αντιτασσόταν σε διάφορα μέτρα του Καρόλου A’. H στάση του αυτή στάθηκε αφορμή να χωριστούν σε 2 μερίδες οι… …
76αναφαίνομαι — αναφάνηκα, παρουσιάζομαι, αναδείχνομαι, προοδεύω: Αυτός αναφάνηκε τώρα τελευταία· ως πριν λίγο καιρό ήταν άγνωστος …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
77αποκομίζω — ισα, ίστηκα 1. φεύγοντας παίρνω μαζί μου: Οι κλέφτες φεύγοντας αποκόμισαν όλα τα ασημικά του σπιτιού. 2. κερδίζω: Οι επιχειρηματίες αυτοί αποκόμισαν μεγάλα κέρδη σε λίγο καιρό …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
78διαβατικός — ή, ό ο περαστικός, αυτός που διαρκεί μόνο λίγο καιρό: Μην ανησυχείς, είναι διαβατική αρρώστια …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
79μελλόνυμφος — ο θηλ. η αυτός που πρόκειται να παντρευτεί σε λίγο καιρό: Οι μελλόνυμφοι έστειλαν τα προσκλητήρια του γάμου …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
80Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …