σε λίγο καιρό

  • 61Ραγκαβής — Επώνυμο παλιάς βυζαντινής οικογένειας, από την οποία καταγόταν και ο αυτοκράτορας Μιχαήλ A’ ο Ραγκαβές. Άλλα σημαντικά μέλη της οικογένειας αυτής ήταν: 1. Αλέξανδρος Ρίζος (Κωνσταντινούπολη 1809 – Αθήνα 1892). Ποιητής, συγγραφέας, πανεπιστημιακός …

    Dictionary of Greek

  • 62Ροβέρτος — I Λατίνος αυτοκράτορας (1221 28) της Κωνσταντινούπολης. Eξελέγη αυτοκράτορας από τους βαρόνους, μετά την άρνηση του μεγαλύτερου αδελφού του Φίλιππου να αναλάβει το αξίωμα. Η διαρκής όμως πίεση του Βατάτζη και του δεσπότη της Ηπείρου Θεόδωρου, τον …

    Dictionary of Greek

  • 63Ρόλαντ Χολστ, Άντριον — (Holst, Άμστερνταμ 1888). Ολλανδός ποιητής. Σπούδασε για λίγο καιρό φιλολογία και κελτική μυθολογία στην Οξφόρδη. Από το 1920 έως το 1924 εργάστηκε ως συντάκτης στο περιοδικό Ο οδηγός. Έκανε την πρώτη του εμφάνιση με την ποιητική συλλογή Στίχοι… …

    Dictionary of Greek

  • 64Σάΐγκερ — (Seiger). Επώνυμο δύο αδελφών. Ήταν φιλέλληνες από τη Λιψία. Όταν άρχισε η Επανάσταση κατέβηκαν στην Ελλάδα και πολέμησαν στο σώμα των φιλελλήνων. Ο μεγαλύτερος σκοτώθηκε στη φονική μάχη του Πέτα (4 Ιουλίου 1822) και ο νεώτερος παραφρόνησε, όταν… …

    Dictionary of Greek

  • 65Σάκλινγκ, σερ Τζων — (Suckling). Άγγλος ποιητής, δραματικός συγγραφέας και αυλικός (Χουίτον, Μίντλσεξ 1609 Παρίσι 1642). Υπήρξε ένας από τους αξιολογότερους ευγενείς της Αυλής του Κάρολου του A’ και ανήκε στην ομάδα των ποιητών ιπποτών. Υποστηριχτής της μοναρχίας… …

    Dictionary of Greek

  • 66Σάντμπεργκ, Καρλ — (Sandburg). Αμερικανός ποιητής (Γκαίηλσμπουργκ, Ιλινόις 1878 Φλατ Ροκ, Βόρεια Καρολίνα 1967). Γιος φτωχών και αμόρφωτων Σουηδών μεταναστών, δεκατριών ετών άρχισε να εργάζεται. Αργότερα πολέμησε στον αμερικανοϊσπανικό πόλεμο και κατόπιν ακολούθησε …

    Dictionary of Greek

  • 67Σέλευκος — I Όνομα βασιλιάδων της δυναστείας των Σελευκιδών. 1. Σ. Α’ o Νικάτωρ. Γιος του Αντίοχου, ένας από τους στρατηγούς του Φίλιππου B’ της Μακεδονίας. Ο Σ. Νικάτωρ γεννήθηκε το 355 π.Χ. και το 334 ήταν ήδη στο πλευρό του Μεγάλου Αλέξανδρου στην… …

    Dictionary of Greek

  • 68Σπένσερ, Έντμουντ — (Spenser). Άγγλος ποιητής (Ηστ Σμίθφηλντ, Λονδίνο; 1552 περίπου – Λονδίνο 1599), ο μεγαλύτερος λυρικός της ελισαβεηανής εποχής. Στο Καίμπριτζ συνδέθηκε φιλικά με τον Γκάμπριελ Χάρβεϊ, ο οποίος κατόπιν τον παρουσίασε στο Σίντνεϊ. Ο τελευταίος του… …

    Dictionary of Greek

  • 69Σταυράκιος — I Βυζαντινός αυτοκράτορας (811), γιος του Νικηφόρου A’ (803 812) και συμβασιλέας εκείνου (804 811). Ανέβηκε στο βασιλικό θρόνο στις 25 Ιουλίου 811, μετά τη δολοφονία του πατέρα του από τον Κρούμο. Η βασιλεία του ήταν πολύ σύντομη, γιατί τρεις… …

    Dictionary of Greek

  • 70Ταχίρ — Όνομα με το οποίο είναι γνωστοί μουσουλμάνοι στρατιωτικοί. 1. Τ. Αμπάζης. Αλβανός στρατηγός και σύμβουλος του Αλή πασά από το 1792. Πήρε μέρος στους πολέμους εναντίον των Σουλιωτών (1792, 1800 και 1802 03) και όταν ο Αλή πασάς θεωρήθηκε εχθρός… …

    Dictionary of Greek