σειρῆνες

  • 51Κόρινθος — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 29.787 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στον μυχό του Κορινθιακού κόλπου, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, σε απόσταση 84 χλμ. από την Αθήνα. Αποτελεί έδρα του δήμου Κορινθίων. Ιδρύθηκε το 1858, όταν… …

    Dictionary of Greek

  • 52Λευκές — Ονομασία δύο νησιωτικών συμπλεγμάτων κατά την αρχαιότητα. 1. Συστάδα τριών μικρών νησιών, τα οποία βρίσκονται στη βόρεια ακτή της Κρήτης, στον κόλπο της Σούδας. Σύμφωνα με τη μυθολογία, σχηματίστηκαν όταν οι Σειρήνες έχασαν τα φτερά τους και… …

    Dictionary of Greek

  • 53Λόουτς, Κεν — (Ken Loach, Γιορκσάιρ 1936 –). Βρετανός σκηνοθέτης και σεναριογράφος του κινηματογράφου. Αν και σπούδασε νομικά στην Οξφόρδη, υπερίσχυσε τελικά η αγάπη του για τη σκηνοθεσία. Βασικό μέλος του κινήματος free cinema, που εκδηλώθηκε στην πατρίδα του …

    Dictionary of Greek

  • 54Μαρκόπουλος, Γιάννης — (Ηράκλειο 1939 –). Μουσικοσυνθέτης. Έμαθε βιολί και κλαρίνο, ενώ από νεαρή ηλικία συμμετείχε στην συμφωνική μπάντα της Ιεράπετρας. Στην Κρήτη έγραψε τις πρώτες συνθέσεις του, αρκετές από τις οποίες γνώρισαν επιτυχία αργότερα. Το 1956… …

    Dictionary of Greek

  • 55Μελπομένη — Θεότητα της ελληνικής μυθολογίας. Ήταν μία από τις Μούσες, η προστάτιδα της τραγωδίας. Σύμφωνα με όσα γράφει ο Ησίοδος στη Θεογονία, ήταν κόρη του Δία και της Μνημοσύνης και είχε αποκτήσει από τον Αχελώο τις Σειρήνες. Αρχικά λογιζόταν ως η Μούσα… …

    Dictionary of Greek

  • 56Μουσείο, Αρχαιολογικό Δελφών — Το Μουσείο των Δελφών, που στεγάζει μία από τις πλουσιότερες συλλογές έργων της αρχαίας ελληνικής τέχνης, χτίστηκε την πρώτη δεκαετία του 20ού αι., από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, με χρήματα του ελληνικού δημοσίου και την αρωγή του εθνικού… …

    Dictionary of Greek

  • 57Μπάρντο, Εθνικό Μουσείο — (Τυνησίας). Το Ε.Μ.Μ. στην Tύνιδα είναι το σπουδαιότερο αρχαιολογικό μουσείο των χωρών του Mάγρεμπ και η σπουδαιότερη συλλογή ψηφιδωτών στον κόσμο. Tο μουσείο ιδρύθηκε το 1882 με το όνομα Mουσείο Aλάουι και εγκαινιάστηκε έξι χρόνια αργότερα. Tο… …

    Dictionary of Greek

  • 58Πυθόδωρος — Έλληνας γλύπτης της αρχαιότητας από τη Θήβα. Του αποδίδεται η κατασκευή του αγάλματος της Ήρας, αφιερωμένο στον ναό της θεάς στην Κορώνεια της Βοιωτίας. Η μητέρα των θεών παριστάνεται κρατώντας στα χέρια Σειρήνες, σε ανάμνηση της νίκης που… …

    Dictionary of Greek

  • 59ρομανική τέχνη — Από τα τέλη του 10ου έως τα τέλη του 12ου αι., εκδηλώθηκε στην Ευρώπη μια κίνηση για το ξαναζωντάνεμα όλων των τεχνών και πρώτα πρώτα της αρχιτεκτονικής, που πήρε το όνομα ρομανική. Η έκφραση αυτή χρησιμοποιήθηκε αρχικά με την ίδια ορολογική αξία …

    Dictionary of Greek

  • 60σήματα — Σημάνσεις ή επικοινωνίες που πραγματοποιούνται μέσω συστημάτων διάφορων τύπων. Υποτυπώδη οπτικά ή ακουστικά σ. χρησιμοποιήθηκαν από τον άνθρωπο, σχεδόν αποκλειστικά στην ξηρά ήδη από την αρχαιότητα (είναι γνωστές οι φρυκτωρίες των αρχαίων Ελλήνων …

    Dictionary of Greek