ρωμαίϊκα

  • 11Pontische Sprache — Pontisch (ποντιακά) Gesprochen in Aserbaidschan, Deutschland, Georgien, Griechenland, Kanada, Kasachstan, Türkei, Russland, Ukraine, USA Sprecher 324.535 Ling …

    Deutsch Wikipedia

  • 12Rumca — Pontisch (ποντιακά) Gesprochen in Aserbaidschan, Deutschland, Georgien, Griechenland, Kanada, Kasachstan, Türkei, Russland, Ukraine, USA Sprecher 324.535 Linguisti …

    Deutsch Wikipedia

  • 13Grec Moderne — Pour les articles homonymes, voir Grec. Grec moderne Νεοελληνική Parlée en Grèce, Chypre méridionale, Albanie, Italie, Turquie et divers autres pays Région …

    Wikipédia en Français

  • 14Grec moderne — Pour les articles homonymes, voir Grec. Grec moderne Νεοελληνική Parlée en Grèce, Chypre, Albanie, Italie, Turquie et divers autres pays Région …

    Wikipédia en Français

  • 15Romaïque — Grec moderne Pour les articles homonymes, voir Grec. Grec moderne Νεοελληνική Parlée en Grèce, Chypre méridionale, Albanie, Italie, Turquie et divers autres pays Région …

    Wikipédia en Français

  • 16Βελάστης, Στανισλαύος Θωμάς — (18ος αι.). Λόγιος από τη Χίο. Ο Β. ήταν καθολικός ιησουίτης και σπούδασε θεολογία και φιλολογία στη Σικελία, αλλά αργότερα επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου έγινε για ένα διάστημα καθολικός εφημέριος. Έγραψε διάφορα έργα στα ελληνικά, αλλά με… …

    Dictionary of Greek

  • 17Παλαμάς, Κωστής — (Πάτρα 1859 – Aθήνα 1943). Έλληνας ποιητής. Από ιστορική οικογένεια του Μεσολογγίου, γεννήθηκε στην Πάτρα, όπου τελείωσε και το γυμνάσιο, ορφάνεψε νωρίς από μητέρα και πατέρα και εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι, που πάντα το θεωρούσε πραγματική… …

    Dictionary of Greek

  • 18Πάσοβ, Άρνολντ — (Passow, 1829 – 1870). Γερμανός ελληνιστής. Συνέδεσε το όνομά του με τη νεοελληνική φιλολογία και τη λαογραφία, γιατί επιχείρησε μια πρώτη φιλολογική, σύμφωνη με την επιστημονική μεθοδολογία, έκδοση των ελληνικών δημοτικών τραγουδιών (Tραγoύδια… …

    Dictionary of Greek