πέρ

  • 81Γκόγια ι Λουθιέντες, Φρανθίσκο — (Francisco Goya y Lucientes, Φουεντετόδος, Αραγονία 1746 – Μπορντό 1828).Ισπανός ζωγράφος και χαράκτης. Τέταρτο παιδί του επιχρυσωτή Χοσέ και της Γκραθία Λουθιέντες, φοίτησε στο Κολέγιο του Τάγματος των Ευαγών Σχολών στη Σαραγόσα, όπου αργότερα… …

    Dictionary of Greek

  • 82κλασικός κύκλος — Σύνολο επικών έργων, που γράφτηκαν κατά τον Μεσαίωνα, με θέματα πρόσωπα και περιπέτειες της κλασικής αρχαιότητας. Στα έργα, που ήταν εμπνευσμένα από τη ζωή των ιπποτών ή από σκανδιναβικές και ανατολικές παραδόσεις, προστέθηκαν, κατά τα τέλη του… …

    Dictionary of Greek

  • 83περιπατώ — και περπατώ περ(ι)πάτησα 1. πηγαίνω με τα πόδια, πεζοπορώ, περιφέρομαι, βαδίζω: Περ(ι)πατήσαμε δύο ώρες, ώσπου να φτάσουμε στον προορισμό μας. 2. κάνω περίπατο: Περ(ι)πάτησα, να πάρω λίγο αέρα. 3. ως μτβ., συνοδεύω, κάνω παρέα, οδηγώ,… …

    Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • 84ИОАНН КОЛОВ — [Иоанн Малый; греч. ᾿Ιωάννης ὁ Κολοβός, ᾿Ιωάννης ὁ Μικρός] († 409 (?)), прп. (пам. 9 нояб.; пам. копт. 20 паопе; пам. эфиоп. 20 текемта (17 окт.)). Главными источниками сведений об этом святом являются Apophthegmata Patrum, копт. Житие И. К.,… …

    Православная энциклопедия

  • 85Liste griechischer Phrasen/Iota — Iota Inhaltsverzeichnis 1 Ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτόν· 2 ἰδιώτης …

    Deutsch Wikipedia

  • 86Daimon — Saltar a navegación, búsqueda Para otros usos de este término, véase Daemon. The Fall of the Damned por: Carol Gerten Jackson. Dáimôn (en griego Δαίμων y en latín Dæmon) es el término utiliz …

    Wikipedia Español

  • 87Manolis Anagnostakis — (Salónica, 10 de marzo de 1925 – Atenas, 23 de junio de 2005) fue un poeta griego y crítico en la vanguardia de los movimientos poéticos marxista y existencialista que surgieron durante la Guerra civil griega a finales de los años 1940.… …

    Wikipedia Español

  • 88διθύραμβος — Αρχαίο ελληνικό χορικό άσμα με αφηγηματικό περιεχόμενο, αφιερωμένο κατά κανόνα στον Διόνυσο. Δυστυχώς, o ορισμός για τον δ. είναι γενικός, επειδή το υλικό που προσφέρεται σε κείμενα και πληροφορίες είναι πολύ αποσπασματικό. Σε κάθε περίπτωση,… …

    Dictionary of Greek

  • 89δραχμή — Αργυρό νόμισμα που αποτελούσε τη βάση του νομισματικού συστήματος στην αρχαία Ελλάδα. Δ. έκοβαν οι πόλεις της κυρίως Ελλάδας και οι ελληνικές αποικίες από το δεύτερο μισό του 7ου αι. π.Χ. Το βάρος της διέφερε ανάλογα με το σύστημα σταθμών που… …

    Dictionary of Greek

  • 90καθόπερ — καθόπερ, ιων. τ. κατόπερ (Α) (αντί τού καθ ὅπερ), ακριβώς όπως. [ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. φρ. καθ ὅπερ < κατ(α) * + ὅ περ (< ουδ. τής αναφ. αντων. ὅς, ἥ, ὅ + βεβαιωτικό μόριο περ), πρβλ. καθάπερ < καθ ἅ περ] …

    Dictionary of Greek