πόϑι τοι πόλις

  • 1πόθι — Α επίρρ. 1. πού, σε ποιο μέρος; («πόθι τοι πόλις ἠδὲ τοκῆες»; Ομ. Οδ.) 2. προς τα πού, προς ποιο μέρος; («μὴ νοέων πόθι νίσσομαι», Ανθολ. Παλ.) 3. (ως εγκλιτ. αοριστολ.) που, ίσως («τὸν ὠμόθυμον εἴ ποθι πλαζόμενον λεύσσων», Σοφ.) 4. (ως εγκλιτ.… …

    Dictionary of Greek

  • 2πόλη — Αστικός συνοικισμός, ο οποίος αποτελείται από ένα σύμπλεγμα δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, τα οποία χωρίζονται ή συνδέονται μεταξύ τους με δρόμους, πάρκα και πλατείες, και που κατοικείται μόνιμα από σημαντικό αριθμό ανθρώπων –που επιδίδονται σε… …

    Dictionary of Greek

  • 3Liste griechischer Phrasen/Tau — Tau Inhaltsverzeichnis 1 τὰ ἑπτὰ θεάματα τῆς οἰκουμένης …

    Deutsch Wikipedia

  • 4μοίρα — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 860 μ., 41 κάτ.) στην πρώην επαρχία Πάτρας του νομού Αχαΐας. Βρίσκεται νοτιοανατολικά της Πάτρας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πατρέων. * * * η (ΑΜ μοῑρα, Α ιων. γεν. ης) 1. τμήμα ενός συνόλου χωρισμένου σε μέρη, τεμάχιο …

    Dictionary of Greek