πρός-ταξις

  • 11ταξιανθία — Σύνολο ανθών, που είναι ενωμένα και διατεταγμένα κατά διάφορο τρόπο για κάθε είδος φυτού. Η τ. είναι χαρακτηριστική για καθένα από τα είδη αυτά. Κάθε τ. φέρεται από ένα μίσχο που συνεχίζεται στον κύριο άξονά της, επάνω στον οποίο προσφύονται… …

    Dictionary of Greek

  • 12τελοταξία — η, Ν βιολ. μορφή αντανακλαστικής απόκρισης κατά την οποία ένας οργανισμός προσανατολίζεται προς ένα ερέθισμα σαν να ήταν το ερέθισμα αυτό το μοναδικό που δρα στον οργανισμό. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. telotaxis < τέλος + τάξις] …

    Dictionary of Greek

  • 13АФОН — [Св. Гора; греч. ̀ρδβλθυοτεΑθως, ̀λδβλθυοτεΑγιον ̀ρδβλθυοτεΟρος], крупнейшее в мире средоточие правосл. монашества, расположенное в Греции на п ове Айон Орос (Св. Гора, Афонский п ов). Находится под церковной юрисдикцией К польского Патриархата.… …

    Православная энциклопедия