πραότητα

  • 41αμνός του Θεού — Η λέξη αμνός χρησιμοποιείται συμβολικά στη χριστιανική τέχνη και στη λειτουργική. Στην Παλαιά Διαθήκη, η λέξη χρησιμοποιείται και στην κυριολεξία της. Στη συμβολική της έννοια είναι προσωνυμία του Μεσσία, για την πραότητα και την ανεξικακία του.… …

    Dictionary of Greek

  • 42Αρκαδία — I Αρχαία πόλη της Κρήτης, που ιδρύθηκε πιθανότατα από Αρκάδες της Πελοποννήσου, στη δυτική πλευρά του όρους που λέγεται σήμερα Προφήτης Ηλίας (688 μ.). Η Α. υπήρχε και στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες και μάλιστα ήταν έδρα επισκόπων. II… …

    Dictionary of Greek

  • 43Δούκας, Νεόφυτος — (Άνω Σουδενά Ζαγορίου 1760 – Αθήνα 1845). Διδάσκαλος του Γένους. Χειροτονήθηκε ιερέας σε νεαρή ηλικία και έλαβε τη στοιχειώδη μόρφωση στο σχολείο του Μετσόβου. Αργότερα, εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι (1786) και μαθήτευσε κοντά στον δάσκαλο Λάμπρο …

    Dictionary of Greek

  • 44Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …

    Dictionary of Greek

  • 45κατσίκα ή γίδα ή αίγα — Γένος αρτιοδακτύλων μηρυκαστικών της μεγάλης οικογένειας των βοοειδών. Κατά την άποψη ορισμένων επιστημόνων, η κ. προέρχεται από τον αίγαγρο, ο οποίος ζει σε υψόμετρο έως 4.000 μ. στις ορεινές ζώνες της δυτικής Ασίας, στην Κρήτη και στις Κυκλάδες …

    Dictionary of Greek

  • 46Μαντσόνι, Αλεσάντρο — (Alessandro Manzoni, Μιλάνο 1785 – 1873). Ιταλός συγγραφέας. Καταγόταν από οικογένεια ευγενών (η μητέρα του, Τζούλια, ήταν κόρη του Τσεζάρε Μπεκαρία) και πέρασε τα παιδικά του χρόνια σε θρησκευτικά κολέγια της Μεράτε και του Λουγκάνο, γιατί η… …

    Dictionary of Greek

  • 47Μαρκέ, Πιερ Αλμπέρ — (Pierre Albert Marquet, Μπορντό 1875 – 1947). Γάλλος ζωγράφος. Σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού και αργότερα (1905) προσχώρησε στον φοβισμό. Φιλοτέχνησε πίνακες με έντονα χρώματα, ενώ τα τοπία του, σε σύγκριση με εκείνα των άλλων… …

    Dictionary of Greek

  • 48Μάρκος Αυρήλιος, Αντωνίνος — (Marcus Aelius Aurelius Antoninus, Ρώμη 121 – Βιντόμπονα 180). Ρωμαίος αυτοκράτορας (161 180) και στωικός φιλόσοφος, ισπανικής καταγωγής. Από νεαρή ηλικία αφοσιώθηκε στη φιλοσοφία και διδάχθηκε τη ρητορική από τον περίφημο Φρόντωνα. Απέκτησε την… …

    Dictionary of Greek

  • 49Ρεμούνδος, Γεώργιος — (Αθήνα 1878 – 1928, επί του πλοίου, κατά την επιστροφή του από τη Γαλλία). Έλληνας μαθηματικός. Μετά την αποφοίτησή του από το Βαρβάκειο Λύκειο, σπούδασε μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, το οποίο τελείωσε αριστούχος, το 1900. Πέτυχε στον… …

    Dictionary of Greek

  • 50γαλήνη — η 1. η ηρεμία, η μπουνάτσα, η νηνεμία: Είχε γαλήνη και κάναμε βαρκάδα. 2. μτφ., η ησυχία, η αταραξία, η πραότητα: Ύστερα απ’ αυτόν τον καβγά διαταράχτηκε η ψυχική μου γαλήνη …

    Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)