πολυπραγμοσύνη

  • 21Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …

    Dictionary of Greek

  • 22Λεβέντης, Γεώργιος — (Κορακοβούνι Κυνουρίας 1790 – Αθήνα 1847). Φιλικός και αγωνιστής του 1821. Μεγάλωσε και μαθήτευσε στην Ύδρα και από το 1805 συμπλήρωσε τις σπουδές του στη Μολδαβία. Το 1812 διορίστηκε διερμηνέας στα ρωσικά προξενεία του Ιασίου και του… …

    Dictionary of Greek

  • 23ԲԱԶՄԱՔՆՆՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 418 Chronological Sequence: Unknown date գ. πολυπραγμοσύνη curiositas Հետաքննութիւն. հետաքրքիր խուզողութիւն. ... *Ոչ դադարեցուցանէ խորհուրդ զքո բազմաքննութիւնդ այսպիսեօք պատասխանատուութեան բանիւք. Բրս. ծն.: (ա՛յլ ձ. բազմորսութիւն.… …

    հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • 24ԲԱԶՄԻՐՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 419 Chronological Sequence: Unknown date գ. Նիւթական թարգմանութիւն յն. ձայնիս. πολυπραγμοσύνη որ է բազում իրաց խուղողութիւն. հետաքննութիւն. ընդ վայրաքննութիւն. *Խորհուրդ՝ որ հաւատով ճանաչի, եւ ոչ բազմիրութեամբ որոնի. Ոսկ. յաւետիս …

    հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • 25ՔՆՆՈՒՄՆ — (նման.) NBH 2 1009 Chronological Sequence: Early classical, 5c, 6c Նոյն ընդ վ. (=ՔՆՆՈՒԹԻՒՆ) եւ πολυπραγμοσύνη curiositas եւ sollicitudo. Հետազօտութիւն. փորձ. վարանք. *Բանի քննմամբ բաւականապէս՝ գերազանցեալն հասանել իմաստութեան. Պիտ.: *Վախճան… …

    հայերեն բառարան (Armenian dictionary)