πολλάκι(ς

  • 11OVIS Fera — Romanis dicta est Camelopardalis de qua supra: ovis scl. a mansuetudine morum, et sera διακριτικῶς. Bellonius ex αὐτοψίᾳ Observat. l. 2. c. 49. Animal mitius nullum est. est instar ovis. et quâvis aliâ ferâ gratior. Sed et in ipso ovium genere,… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 12TANTALUS — I. TANTALUS Iovis et Nymphae Plotae filiteste Eusebiô, l. 2. Praep. Euang. cum tamen Io. Diaconus et Didymus Iovis et Plutus Nymphae filium fuisse arbitrantur: quem Tzetzes hist. 10. chil. 5. praedictâ quidem matre genitum, ac patre Imolo Lydiae… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 13πολλάκις — ΝΜΑ, επικ. και λυρ. τ. πολλάκι Α επίρρ. πολλές φορές, συχνά, επανειλημμένως («ποιεῖ δὲ τοῡτο πολλάκις τοῡ μηνός», Ξεν.) αρχ. 1. πάρα πολύ 2. (με τους υποθ. συνδ.) ίσως, πιθανώς, ενδεχομένως («ἐὰν τι πολλὰ πολλάκις πάθω», Αριστοφ.) 3. (ενάρθρως)… …

    Dictionary of Greek

  • 14υποκόλπιος — ον, ΜΑ αυτός που βρίσκεται μέσα στην αγκαλιά κάποιου («μὴ τὸν ἐραστὴν εἶδες ἔχονθ ὑποκόλπιον ἄλλην;», Ανθ. Παλ.) αρχ. 1. αυτός που είναι κρυμμένος μέσα στην αγκαλιά ή κάτω από τη ζώνη κάποιου (α. «βιβλίδιον... πολλάκι φοιτήσεις ὑποκόλπιον», Ανθ.… …

    Dictionary of Greek

  • 15ωμοτόκος — ον, Α 1. αυτός που γεννά πρόωρα, που αποβάλλει 2. (για τις ωδίνες) αυτός που συνοδεύει πρόωρο τοκετό («θῆρες ἐν οὔρεσι πολλάκι σεῑο ὠμοτόκους ὠδῑνας ἀπηρείσαντο λέαιναι», Καλλ.) 3. μτφ. (για αμπέλι) αυτός τού οποίου τα σταφύλια δεν ωριμάζουν… …

    Dictionary of Greek