πολιάς
1Πολιάς — guardian of the city fem nom sg …
2πολιάς — πολιά̱ς , πολιά greyness of hair fem acc pl πολιάς guardian of the city fem nom sg πολιά̱ς , πολιός grey fem acc pl …
3Πολιάς — Λεγόταν και Πολιάτις και Πολίτις. Προσωνυμία της προστάτισσας θεάς μιας πόλης, και ιδιαίτερα της Αθηνάς που τη θεωρούσαν προστάτιδα των ακροπόλεων. * * * άδος, ἡ, Α (προσωνυμία τής Αθηνάς) η προστάτιδα τής πόλης. [ΕΤΥΜΟΛ. < πόλις + επίθημα άς …
4πολιάς — Λεγόταν και Πολιάτις και Πολίτις. Προσωνυμία της προστάτισσας θεάς μιας πόλης, και ιδιαίτερα της Αθηνάς που τη θεωρούσαν προστάτιδα των ακροπόλεων. * * * άδος, ἡ, Α (ανώμ. θηλ.) βλ. πολιός …
5Πολιᾶς — Πολιεύς guardian of the city masc acc pl …
6πολιᾶς — πολιά greyness of hair fem gen sg (attic doric aeolic) πολιᾶ̱ς , πολιάζω fut ind act 2nd sg (doric) πολιός grey fem gen sg (attic doric aeolic) …
7Πόλιας — Πόλις city fem acc pl (epic doric ionic aeolic) …
8πόλιας — πόλις city fem acc pl (epic doric ionic aeolic) …
9Полиада — (Πολιάς = Городская или Градоправительница ) эпитет богини Афины в различных греч. городах, преимущественно в Афинах, где Афина П. почиталась вместе с Посейдоном Эрехфеем в древнем святилище на Акрополе, на месте которого построен был в конце V в …
10Полиас — • Πολιάς, см. Pallas, (Παλλάς) и Attica, Аттика …