ποθέν

  • 41NOVEMVIRI — apud Athenienses fuêre inter praecipuos eorum Magistratus, qui annuô Imperiô defungebantur sic: ut unusillorum Archon diceretur Fastosque signaret, alter Rex, tertius Polemarchus, reliqui sex Thesmothetae, teste Polluce l. 8. c. 9. Quos… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 42PYRRIAS — seu Pyrrhias, Graece Πυῤῥίας, sycophantae cuiusdam nomen, apud Comicum: ut et Pyrrander, Πύῤῥανδρος, apud eundem in Equitibus. Utrumque a voce πυῤῥὸς, qui color est stercoris humani. Unde apud eundem πυῤῥὸν, hôc sensu, in Ἐκκλησίαζ. Εἰ τοῦτό σοι… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 43THESMOTHETAE — inter praecipuos Atheniensium Magistratus, numerô sex erant: e Novemvitis illis annuis, de quibus supra. Horum enim unus Archon dicebatur, et signabat Fastos; alter Rex, qui sacra curabat; tertius Polemarchus, cui belli commissa cura; reliqui sex …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 44-θε — (AM θε και θεν) κατάληξη τοπικών επιρρ. που δηλώνει την από τόπου κίνηση («δώθε», «κείθε», «πάροιθε», «άνωθεν») αρχ. κατάληξη τής γενικής ή αφαιρετικής εν. ουσ. ή επιθ. ή αντωνυμιών που δηλώνει την από τόπου κίνηση, την προέλευση ή την καταγωγή… …

    Dictionary of Greek

  • 45Τεγεάτης — Επώνυμος ήρωας και ιδρυτής της Τεγέας. Ήταν γιος του Λυκάονα και σύζυγος της κόρης του Άτλαντα Μαίρας. Ως γιοι του αναφέρονται οι Σκέφρος, Χειμών, Κύδων, Aρχήδιος και Γόρτυς. Άγαλμά του υπήρχε στην αγορά της Τεγέας. * * * (I) ο, ΝΑ, θηλ.… …

    Dictionary of Greek

  • 46άλλοθεν — ἄλλοθεν επίρρ. (Α) 1. από άλλο μέρος, από αλλού 2. από άλλο πρόσωπο, από άλλη πηγή ή αιτία 3. φρ. «ἄλλοθεν ἄλλος», άλλος από ένα μέρος και άλλος από άλλο «ἄλλοθεν ὁθενοῦν ή ὁποθενοῦν», από οποιοδήποτε άλλο μέρος «ἄλλοθεν ποθεν», από κάποιο άλλο… …

    Dictionary of Greek

  • 47ένθεν — (AM ἔνθεν) επίρρ. (δεικτ.) 1. (για τόπο) από εκεί, απ αυτό το μέρος («τοὺς δ ἔνθεν ἀναστήσας ἄγεν ἥρως», Ομ. Ιλ.) 2. φρ. α) «ἔνθεν καὶ ἔνθεν» απ’ εδώ κι απ εκεί («ἔνθεν και ἔνθεν ἐπορεύοντο οί ὁπλοφόροι», Ξεν.) β) «ἔνθεν κἀκεῑθεν» απ εδώ και απ… …

    Dictionary of Greek

  • 48έρομαι — ἔρομαι και ιων. και επικ. τ. εἴρομαι (Α) 1. ερωτώ, ζητώ να μάθω («τὸ μὲν πρῶτον... ἐρήσομαι... τὶς πόθεν ἀνδρῶν», Ομ. Οδ.) 2. ζητώ συμβουλή, συμβουλεύομαι 3. αιτώ, ζητώ («στρατηγός... ἠτήσ’ ἐρόμενος Κλεαίνετον» ο στρατηγός... ζήτησε παρακαλώντας… …

    Dictionary of Greek

  • 49ή — (I) και γη (AM ἤ, Μ και γή, Α επικ. τ. ἠέ) Ι. (διαζευκτικός σύνδεσμος) 1. συνδέει δύο ή περισσότερες λέξεις ή προτάσεις τών οποίων οι έννοιες αναιρούν η μία την άλλη (α. «εγώ ή εκείνος» β. «ἐγώ... ἤ ἄλλος Ἀχαιῶν», Ομ. Ιλ.) 2. επαναλαμβανόμενο ή …

    Dictionary of Greek

  • 50αμόθεν — ἁμόθεν επίρρ. (Α) [ἁμὸς ΙΙ] 1. από οποιοδήποτε μέρος, σημείο 2. φρ. «ἁμόθεν γέ ποθεν», οπωσδήποτε …

    Dictionary of Greek