περίεστι
1περίεστι — περΐεστι , περίειμι 1 to be around pres ind act 3rd sg …
2περίεσθ' — περΐεστι , περίειμι 1 to be around pres ind act 3rd sg περΐεστε , περίειμι 1 to be around pres ind act 2nd pl περΐεσται , περίειμι 1 to be around fut ind mid 3rd sg …
3περίεστ' — περΐεστι , περίειμι 1 to be around pres ind act 3rd sg περΐεστε , περίειμι 1 to be around pres ind act 2nd pl περΐεσται , περίειμι 1 to be around fut ind mid 3rd sg …
4πένταθλο — Άθλημα σύνθετο από πέντε αγωνίσματα. Στην αρχαία Ελλάδα, όπου δημιουργήθηκε, περιλάμβανε άλμα, δίσκο, δρόμο, ακόντιο και πάλη. Σήμερα, το π. των αντρών, περιλαμβάνει άλμα σε μήκος, ακόντιο, δρόμο 200 μ., δισκοβολία και δρόμο 1.500 μ. Το γυναικείο …
5προσθήκη — η, ΝΜΑ [προστίθημι] 1. πρόσθεση, προσάρτηση (α. «θα κάνω μία προσθήκη στο κείμενο» β. «ἐν προσθήκης μέρει» με τη μορφή παραρτήματος, Πλάτ. γ. «προσθήκης μοῑραν ἐπέχειν» ήταν είδος προσθήκης, Διον. Αλ.) 2. συμπλήρωση, επαύξηση 3. το μέρος που… …