πεντηκοστή

  • 71Οσίου Λουκά, μονή — Μοναστήρι στους δυτικούς πρόποδες του Ελικώνα, μεταξύ Βοιωτίας και Φωκίδας. Κατά τη βυζαντινή και τη μεταβυζαντινή περίοδο αποτελούσε περίφημο πνευματικό και μοναστικό κέντρο της Ελλάδας. Ιδρύθηκε από τον Όσιο Λουκά τον Στειριώτη (Καστρί,… …

    Dictionary of Greek

  • 72Πάντες, άγιοι — Το σύνολο των αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ονομάζεται έτσι και η ημέρα κατά την οποία τιμάται η μνήμη τους. Η Εκκλησία όρισε ως ημέρα εορτασμού τους την πρώτη Κυριακή μετά την Πεντηκοστή. Η γιορτή αυτή ανάγεται στην εποχή του Ιωάννη του… …

    Dictionary of Greek

  • 73Πορτογαλία — Κράτος της Νοτιοδυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Α με την Ισπανία, ενώ στα Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό Ωκεναό.H πορτογαλική Δημοκρατία αποτελείται από την κυρίως Πορτογαλία, το αρχιπέλαγος των Aζορών και το νησί Mαδέρα, που έχουν συνολική έκταση… …

    Dictionary of Greek

  • 74σετσεσιόν — (secession). Όρος που χρησιμοποιήθηκε στις εικαστικές τέχνες για το χαρακτηρισμό μερικών πρωτοποριακών κινημάτων, που προσπάθησαν να αποκοπούν από την απολίθωση και τον κομφορμισμό των επίσημων καλλιτεχνικών τάσεων (secession=αποστασία,… …

    Dictionary of Greek

  • 75Σόρι, Πιέτρο — (Sorri). Ιταλός ζωγράφος (Σαν Γκουσμέ, Σιένα 1556 Σιένα 1621). Μαθητής αρχικά του Α. Σαλιμπένι, στράφηκε αργότερα προς τη βενετική ζωγραφική κατά τα πρότυπα του Σεμπαστιάνο ντελ Πιόμπο και του Τιντορέτο. Εκτός από τη Σιένα, εργάστηκε και σε άλλες …

    Dictionary of Greek

  • 76Σταυρός, Διεθνής Ερυθρός — Συγκρότημα φιλανθρωπικών οργανώσεων που αποβλέπουν στην προσφορά βοήθειας στα θύματα του πολέμου, των φυσικών καταστροφών και των κοινωνικών αναστατώσεων. Περιλαμβάνει δυο χωριστές οργανώσεις: τη Διεθνή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού και την Ένωση… …

    Dictionary of Greek

  • 77Χαβάης, νησιά — (Hawaiian Islands). Αρχιπέλαγος του βόρειου Ειρηνικού, το πιο απομονωμένο από εκείνα που αφθονούν στον ωκεανό αυτόν. Αποτελείται από μια σειρά νησιών που βρίσκονται στον τροπικό του Καρκίνου, σε μια υφαλοκρηπίδα με διεύθυνση ΒΔ ΝΑ· πολιτικά, το… …

    Dictionary of Greek

  • 78ՊԵՆՏԱԿՈՍՏԷ — (ի, ից.) NBH 2 0645 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 10c, 13c գ. ՊԵՆՏԱԿՈՍՏԷ ՊԵՆՏԵԿՈՍՏԷ. որ գրի եւ ՊԵՆՏԱԿՈՍ, ՊԵՆԴԱԿՈՍՏԵԱՅ, ՊԵՆԴԱԿՈՍՏԷ. Բառ յն. բէնդագօստի՛. πεντηκοστή (ἠμέρα ) pentecoste, quinquagesima (dies). Յիսներորդ (օր) …

    հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • 79ψυχοσάββατο — το το Σάββατο της πρώτης βδομάδας των νηστειών και το Σάββατο πριν από την Πεντηκοστή, που είναι αφιερωμένα σε γενικό μνημόσυνο για τις ψυχές των πεθαμένων …

    Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • 80πεντηκοστάς — πεντηκοστά̱ς , πεντηκοστή fem acc pl πεντηκοστά̱ς , πεντηκοστός fiftieth fem acc pl …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)