παρὲξ ἐλ
1πάρεξ — και παρέξ (πρόθ.), εκτός, παρεκτός: Δεν έχω άλλο να σου πω πάρεξ αυτά που είπα …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
2παρέξ — outside indeclform (prep) …
3πάρεξ — παρέξ outside indeclform (prep) …
4παρέξ — ΜΑ, πάρεξ Ν εκτός, παρεκτός (α. «ποίος αφήνει εκεί τον τόπο, πάρεξ ὁταν ξαπλωθή;», Σολωμ. β. «παρὲξ ὁδοῡ», Ομ. Ιλ. γ. «πάρεξ τοῡ ἀργύρου χρυσόν», Ηρόδ. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + ἐξ] …
5παρέκ — παρέξ outside indeclform (prep) …
6πάρεκ — παρέξ outside indeclform (prep) …
7παρέκ — και παρέξ και πάρεξ Α 1. (ως πρόθ.) 1. (με τοπ. σημ.) α) εκτός, έξω από (α. «παρὲξ ὁδοῡ ἐν νεκύεσσι», Ομ. Ιλ. β. «πολίσματα παρὲξ αὐτὰς Πάτρας τοσάδες ἄλλα ᾤκησαν», Παυσ.) β) λίγο πιο έξω γ) σε μεγάλη απόσταση, ξέμακρα 2. (ως καταχρ.) εκτός από,… …
8Trirreme — El trirreme (en griego τριήρης/triếrês en singular, τριήρεις en plural) era una nave de guerra inventada probablemente en el siglo VII a. C., desarrollada a partir del pentecóntero. Más corto que su predecesor, era un barco con una vela …
9SIRENES — monstra marina, poetarum fabulis celebratissima. Has finxerunt antiqui Acheloi fluminis, ac Terpsichores fuisse filias. NIcander autem l. 3. Mutationum, Melpomenen Sirenum matrem fuisse scribit, alii Steropen, alli Calliopen. Haeigitur siculum… …
10δήμος — (5ος αι. π.Χ.). Αθηναίος, γιος του Πυριλάμπη που φημιζόταν για το κάλλος του. Για την ομορφιά του γίνεται λόγος στον Γοργία του Πλάτωνα και στον Αριστοφάνη. Το σπίτι του Πυριλάμπη και του Δ. ήταν γνωστό σε όλη την Ελλάδα για τα πτηνοτροφεία του,… …
- 1
- 2