παρεκβάσεις

  • 21Ντίκενς, Τσαρλς — (Charles Dickens, Λάντπορτ, Πόρτσμουθ 1812 – Λονδίνο 1870). Άγγλος συγγραφέας. Ήταν ακόμα παιδί όταν εγκαταστάθηκε μαζί με την οικογένειά του στο Λονδίνο. Ο πατέρας του, μια συγκινητική και κωμική ενσάρκωση του οποίου βρίσκουμε στον κύριο… …

    Dictionary of Greek

  • 22Παχυμέρης, Γεώργιος — (Νίκαια Βιθυνίας 1242 – Κωνσταντινούπολη περ. 1310). Βυζαντινός λόγιος και ιστορικός. Μετά την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης (1261) εγκαταστάθηκε εκεί και συνέχισε τις σπουδές του στη σχολή του Γεωργίου Ακροπολίτη. Αξιωματούχος της πολιτείας… …

    Dictionary of Greek

  • 23Πολέμων — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αξιωματικός του Μεγάλου Αλέξανδρου. Κατηγορήθηκε για συνωμοσία αλλά τελικά αποκαταστάθηκε. Αργότερα τον συνέλαβε ο Άτταλος, ως οπαδό του Περδίκκα. 2. Φρούραρχος στην πόλη Πηλούσιο της Αιγύπτου, διορισμένος από τον… …

    Dictionary of Greek

  • 24Προυδέντιος Κλήμης, Αυρήλιος — (Aurelius Prudentius Clemens, Ισπανία Ταρακονένσε περ. 348 – ; μετά το 405). Λατίνος χριστιανός ποιητής. Έγραψε μερικά διδακτικά έργα με χαρακτήρα αλληγορικό (Ψυχομαχία), καθώς και απολογητικά (Κατά του Συμμάχου) ή πολεμικά ενάντια ορισμένων… …

    Dictionary of Greek

  • 25Ρώμας — Επώνυμο οικογένειας ευγενών της Ιταλίας, κλάδος της οποίας εγκαταστάθηκε στην Κρήτη τον 16o αι. και έπειτα στη Ζάκυνθο. Σπουδαιότερα μέλη της οικογένειας ήταν οι ακόλουθοι. 1. Αλέξανδρος (1861 – 1914). Γιος του Σπυρίδωνα. Σπούδασε πολιτικές… …

    Dictionary of Greek

  • 26παρεκβατικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην παρέκβαση ή κάνει συχνά παρεκβάσεις …

    Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)