παντ-αιτία

  • 1πανταιτία — ἡ, Α η δημιουργός αιτία όλων των πραγμάτων. [ΕΤΥΜΟΛ. < παντ(ο) * + αἰτία] …

    Dictionary of Greek

  • 2Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …

    Dictionary of Greek

  • 3πανταίτιος — ον, Μ αίτιος τών πάντων. [ΕΤΥΜΟΛ. < παντ(ο) * + αίτιος (< αἰτία), πρβλ. πρωτ αίτιος] …

    Dictionary of Greek

  • 4ДОКАЗАТЕЛЬСТВА БЫТИЯ БОЖИЯ — разработанные в философии и богословии теоретические аргументы, обосновывающие средствами человеческого разума необходимость признания существования Бога. В Свящ. Писании ВЗ и НЗ, к рое свидетельствует о Боге и является основанием христ. веры в… …

    Православная энциклопедия