πανστρατιῇ
1πανστρατιῇ — πανστρατιά fem dat sg (epic ionic) …
2πανστρατιά — η, ΝΜΑ το σύνολο τών στρατιωτικών δυνάμεων, όλες οι στρατιωτικές δυνάμεις μιας χώρας νεοελλ. κινητοποίηση όλων τών στρατιωτικών δυνάμεων μιας χώρας για την αντιμετώπιση εχθρού αρχ. (η δοτ. ως επίρρ.) πανστρατιᾷ, ιων. τ. πανστρατιῇ με όλο το… …