πανουργία

  • 21πάρειμι — (I) ΜΑ 1. παρέρχομαι, περνώ από κοντά («ὥσπερ οἱ δειλοὶ κύνες τοὺς μὲν παριόντας διώκοντες καὶ δάκνουσι», Ξεν.) 2. υπερτερώ, ξεπερνώ κάποιον (α. «ἐφάνη ἀνήρ... ὅς σε καὶ πάρεισι... πανουργίᾳ καὶ θράσει» φάνηκε ο άνδρας που θα σέ πάψει και θα σέ… …

    Dictionary of Greek

  • 22συστροφία — ἡ, Α 1. ευστροφία, πανουργία 2. πιθ. (σχετικά με συγγραφείς) οικειότητα, γνωριμία. [ΕΤΥΜΟΛ. < συστροφή + κατάλ. ία. Ο τ. με σημ. «πανουργία, επιτηδειότητα» πρέπει ίσως να διορθωθεί σε ευστροφία, ενώ με τη σημ. «οικειότητα» θα μπορούσε να… …

    Dictionary of Greek

  • 23Αγιωργίτης — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Α. ή Μιχαλόπουλος Γιαννάκης. Καταγόταν από τις Σπέτσες. Πολέμησε μαζί με τον Πέτρο Μιχαλόπουλο. 2. Ιωάννης. Γεννήθηκε στα Τοπόλια της Παρνασσίδας το 1796. Πήρε μέρος σε στρατιωτικές επιχειρήσεις με τον Ν. Πανουργιά …

    Dictionary of Greek

  • 24Γαρδίκης — Επώνυμο αγωνιστών του 1821, από το Γαρδίκι της Φθιώτιδας. 1. Αθανάσιος. Πολέμησε στην Αθήνα, στην Κάρυστο και στην Αράχοβα. 2. Γρηγόριος. Πολέμησε υπό τις διαταγές των Καραϊσκάκη, Σκαλτσοδήμου, Πανουργιά κ.ά. 3. Κωνσταντίνος ή Σερέτης. Διετέλεσε… …

    Dictionary of Greek

  • 25Δυοβουνιώτης — Επώνυμο οικογένειας αγωνιστών του 1821. 1. Γεώργιος (Άμφισσα 1798 – Αθήνα 1868). Ήταν γιος του Ιωάννη Δ. (Βλ. 2.). Έλαβε στρατιωτική εκπαίδευση στην Ιθάκη και εντάχτηκε στις δυνάμεις του πατέρα του. Η έκρηξη της Επανάστασης τον βρήκε όμηρο του… …

    Dictionary of Greek

  • 26Ησαΐας — I (8oς αι. π.Χ.). Βιβλικό πρόσωπο. Ιουδαίος προφήτης που έζησε στην Ιερουσαλήμ, εμπνευστής της θρησκευτικής μεταρρύθμισης που εισήγαγε ο βασιλιάς Εζεκίας. Κλήθηκε στο προφητικό αξίωμα κατά τη διάρκεια οράματος εντός του Ναού και ενώ τα Σεραφείμ… …

    Dictionary of Greek

  • 27Πανουργιάς — I Όνομα οικογένειας αγωνιστών του 1821, σπουδαιότερα μέλη της οποίας είναι: 1. Δημήτριος (1759 – 1834). Αρματολός στην περιοχή Σαλώνων (Άμφισσας) από νεαρή ηλικία, έζησε από το 1817 ως το 1820 στα Ιωάννινα με την επιτήρηση του Αλή πασά. Το 1820… …

    Dictionary of Greek

  • 28коварство — @font face {font family: ChurchArial ; src: url( /fonts/ARIAL Church 02.ttf );} span {font size:17px;font weight:normal !important; font family: ChurchArial ,Arial,Serif;}  сущ. (греч. πανουργία) хитрость; лукавство.    … …

    Словарь церковнославянского языка

  • 29Томпрос, Михалис — Михалис Томпрос (греч Μιχάλης Τόμπρος Афины, 1889  Афины, 28 мая 1974)  греческий скульптор межвоенного поколения, профессор Афинской школы изящных искусств и член Афинской академии наук. Содержание 1 Биография 2 Творчество …

    Википедия

  • 30STELLATURA — apud Ael. Spartian. Pescennio Nigro, c. 3. Tribunos duos, quos constitit stellaturas, accepisse, lapidibus obrui ab auxiliaribus iussit; idem quod stellionatus est, Graece ἐπίθεσις, impostura et πανουργία, astutia. Uti enim stellis, h. e. maculis …

    Hofmann J. Lexicon universale